top of page

Η πτώση


Βλέπεις;

Μας ξεπούλησε, όσο-όσο,

ο χειμώνας στην άνοιξη·

μιαν άνοιξη άγευστη, με άφυλλα λουλούδια

και παπαρούνες γκρίζες.

Όχι μαύρες — γκρίζες.

Όσα προδώσαμε έπρεπε να πληρωθούν με τόκο.

Βαθύ κι αχαρτογράφητο πηγάδι μάς καλεί·

είναι άδειο, τ' ακούς; — να κάνει η πτώση κρότο!

Από το κλάσμα που κυλήσαμε ως τον βυθό,

γεράσαμε είκοσι έτη —

κι ήταν για εμάς η κάθοδος, ταξίδι.

Πόνεσε, κατά την πρόσκρουση.

Τώρα μετράμε ραγισμένα όνειρα,

φτερά κατεστραμμένα

και κάποιες ηδονές σαστισμένες από άνοια.

Δεν έχει χρόνο το νόημα πια.

Αρέσει δεν αρέσει, περάσαμε τα εύκαμπτα κλάσματα.

Ανοίγει ώρα την ώρα το τεφτέρι.

Το μελάνι: αποξηραμένο τριαντάφυλλο —

μπλε, σαν ιαχή σπάνια,

μα αποξηραμένο.

Γελά ο Θεός με την ψευδαίσθηση

της "αποκτηθείσας" γαλήνης.

Εσύ: την θάλασσα οικειοποιήθηκες,

έμεινες με το αλάτι

και έναν ήλιο που καίει

το άλλοτε άσκαφτο δέρμα.

Σου λέγω: Έλα!

Στον άταφο βυθό, νερό να βρούμε —

νερό κι αλάτι!

Ν’ ανέβουμε όσο έχουμε ακόμα γεύση.

Ας ουρλιάζουν οι πληγές!

Σημασία δεν έχει ο πόνος,

μήτε η μνήμη του.

Μόνο η Άνωση μας μένει.

Έλα —

κι ας πνιγούμε!

Η πτώση μόνο

κι η άνωση μαζί…



Βασίλης Πασιπουλαρίδης 🌹

Comentários


bottom of page