top of page

"Τα μάτια του φάρου"

ree

Βουβή η νύχτα και όλα κουρνιάζουν.

Για που τραβάει αυτή η νύχτα μέσα σε ποια δίχτυα πιάνεται πότε η αύρα της φεύγει και πότε έρχεται κανείς δεν γνωρίζει.

Όμως κάπου παραμονεύουν δυο μάτια υγρά, δυο μάτια μοναχικά και λοξοδρομούν συνεχώς ασταμάτητα, με ένα ρυθμό που δεν ακολουθούν άλλα γιατί είναι μοναδικά.

Μια λαμπάδα ψηλή στέκεται όρθια και καίει τα σωθικά του, μια ψυχή έρημη που ψάχνει να βρει την θέση που της ανήκει.

Ένα ημιφώς κάποιων μοιρών χαιδεύει την σκοτεινιά ολόγυρα, το φως των ματιών σμίγει και χάνεται μέσα στα βάθη των ωκεανών.

Εκεί που κολυμπά ο καημός που προσπαθεί να κρατηθεί στην επιφάνεια να μην χαθεί. Οι πλαγιές φαίνονται αμυδρά παλεύουν να φτάσουν το ύψος του να αγναντεύουν τον κόσμο, να ξεχνιούνται από την απαράμιλλη ομορφιά του αποφεύγοντας όλες τις ριπές του ανέμου.

Όπως η ψυχή που βασανίζεται από τα προβλήματα της ζωής.

οι κόγχες των βράχων σκίζουν τα κύματα σαν φύλλο από σκισμένο γράμμα που μιλά για έρωτες και πάθη. Οι εραστές με τα άσπρα άμφια και οι σκληροί ιππότες λογομαχούν τραντάζονται, και αφήνονται να σαλπάρουν με οδηγό τα συναισθήματα και καράβι ο ουρανός που κανείς δεν ξέρει που θα αράξουν.

Σε ποιο λιμάνι της καρδιάς θα βρουν να μείνουν εκεί για πάντα να μην τους ενοχλεί κανένας, να ζουν κρυφά τον έρωτα τους. Και η μοναχική ψυχή να βλέπει τον ορίζοντα μακριά και να ψάχνει τα ίχνη τους, και  η περίσσεια ζήλια να κατακλύζει το μυαλό. Έλα όμως που κανείς δεν μπορεί να μπει κάποιος ανάμεσα τους μόνο η θάλασσα το πνεύμα και η κορμοστασιά του φάρου που βηματίζει αερίσια δίπλα τους. Σαν ένας ναύτης με κόκκινο καπέλο που αδημονεί να πλεύσει πάνω της να γλιστρήσει να φιληθεί και να ονειρεύεται ταξίδια μακρινά! Τα παραγάδια του ουρανού ρίχνονται μέσα της να αρπάξουν την διαιώνιση τους, συνεχίζοντας το σκηνικό για πολλά χρόνια μέσα στο φάγωμα των αιώνων που ποτέ δεν θα αφήσει την αληθινή αγάπη να ξεθωριάσει, όπως μια παλιά φωτογραφία. η άχλη σκεπάζει την κρύα νύχτα από ντροπή να μην δει κανείς τα αποψινά κατορθώματα της. οι ευωδιές των αγριολούλουδων σκορπούν αγγίγματα πάνω στα αόρατα σώματα, και ποίηση βγάζει τον κονδυλοφόρο της και γράφει πάνω στα απομεινάρια τους. Αυτά που τα στόματα δεν μπορούν να αρθρώσουν που αδυναμούν να προφέρουν, μιλάνε άλλη γλώσσα που κανείς δεν γνωρίζει μόνο τα μάτια του φάρου, που έγιναν αυτόπτες μάρτυρες ενός ερωτικού καλέσματος. Ξημερώνει και οι παρατηρητές άρχισαν να πετούν εδώ και εκεί τίποτα δεν πέφτει στην αντίληψη τους, μόνο ο στεκούμενος φάρος είναι το αποδεικτικό στοιχείο όλα πάνω του καθρεπτίζονται. Το τοπίο αλλάζει ο ρήγας με το χρυσό στέμμα  αλλάζει τη δεσμίδα των παιγνιοχάρτων ξεκινά καινούργια παρτίδα,  και ο βαλές με το κόκκινο καπέλο ανταποκρίνεται απέναντι στις προθέσεις του. διεξάγουν συζητήσεις πως θα κατακτήσουμε την πρωινή ντάμα, η θαλάσσια πίστα ήρεμη γαλήνια στρώνει χαλί για να περάσουν οι πρωινές παρουσίες. Τα μάτια του πέφτουν πάνω στο γρασίδι το δροσερό και φαντάζονται να κυλούν αδιαμαρτύρητα χωρίς να τα ενοχλεί τίποτα, γιατί κουράστηκε να στέκεται και να παρατηρεί θέλει να αφεθεί ελεύθερο. Μοναξιά ατελείωτη στην προσωπική του έρημο, αλλάζει φυλλάδιο ο ουρανός μιλά για την μάχη του έρωτα, της μοναξιάς, της φυλακής, της φωνής εν τη ερήμω. Σιγοτραγουδούν τα πουλιά τον ύμνο της ζωής και αυτός ανοίγει περισσότερο για να ρουφήξει όλη την ενέργεια τους. Σουρουπώνει και το ηλιοβασίλεμα καταπίνει τους θορύβους ο πύρινος ουρανός ζωντανεύει τα πάθη, καθώς χύνει το σπέρμα του πάθους που με αυτό αναβλύζει ο πίδακας ζωής! αντιγράφει ο κόκκινος πίλος τις σκέψεις του ξέρει τι προμηνύει, ξέρει ότι μαζί του ξαναζεί στιγμές αιώνιες! Και παίρνουν όλα φωτιά και η κάπνα σχηματίζει δυο καμένα σώματα που κανείς δεν μπορεί να αναγνωρίσει, γιατί κανείς δεν ξέρει την έννοια της αγάπης. Κανείς δεν μπορεί να δει να ξεχωρίσει τους ζωντανούς από τους νεκρούς. Η ερυθρά θάλασσα περιμένει να αγκαλιάσει τις σκιές τις καμένες τις μαύρες που θυσιάζονται, στον βωμό της αγάπης. Τα κόκκινα τριαντάφυλλα μπουκετάρονται με το νεύμα του ανέμου, και περιμένουν και αυτά να δοθούν μπρός στα μάτια του, στα μάτια του φάρου. Ξαναπέφτει η νύχτα τα μάτια του άγρυπνα και πάλι αναζητούν τις νύχτας τα καμώματα, και όλα ξαναρχίζουν. Και η ψυχή ξαναζεί την μοναξιά της πίσω από τα μεγάλα του μάτια. Γιατί αυτό είναι η ζωή δυο μάτια που κοιτάνε τον κόσμο μέσα από κλειστά παράθυρα, και περιμένουν να ζήσουν. Τι άραγε; Την αγάπη; Τον έρωτα; Την προσωπική ελευθερία; Το επουράνιο θαύμα; Η το νόημα της ίδιας της ζωής; και ο φάρος πάντα στέκεται στο ύψος του υπερήφανος τίποτα δεν τον ρίχνει, απλά περιμένει να δει να νιώσει να ζήσει αυτό που του χαρίζει μια μικρή ψυχή. Το καρδιοχτύπι του το κρυφό η αγωνία του για το αύριο, γι’αυτό που όλοι νομίζουν ότι ψάχνουν για τον προσωπικό τους παράδεισο. αλλά αν δεν τον νιώσεις ποτέ δεν θα έρθει αλλά ο φάρος πάντα θα είναι εκεί, για να κρατά όλα τα μυστικά του κόσμου αφήσου και αυτός θα καθοδηγήσει με το ημιφώς του όλα τα ζητούμενα της καρδιάς σου. 



Γερασιμία Παναγιωτόπουλου 🌹

Comments


bottom of page