top of page

"Εκκλησιαστικόν"


Γέρασα με τη σκέψη σου

κι άσπρισαν τα χνώτα μου·

μια αναμονή αιώνια –

σαν του θανάτου η προσμονή.

Τέτοια η λαχτάρα.


Τόσα χρόνια: ύλης μου φάντασμα,

με τα κλωνάρια μου γεμάτα από τα μπουμπούκια σου –

αιώνια παιδιά, ποτέ δεν φούντωσαν.

Μικρά γεννήθηκαν, έτσι πέθαναν.

Κι εγώ, που γνώρισα τη διάφανη ύπαρξή σου,

τα πότιζα με πίστη.


Ίσως αυτό δεν ήταν αρκετό.

Γιατί μοίρασα τα φύλλα τους

σε ομοιώματα που σε θύμιζαν·

άκαρπη φθορά – θανάσιμη.

Ίσως γιατί ποτέ δεν βρέθηκες,

με σφαγμένα σπλάχνα, ένα απόγευμα σαν όλα τ’ άλλα,

να βλέπεις τα κύτταρά σου να πεθαίνουν – κύτταρο το κύτταρο –

κι όλα να συνεχίζουν, σαν να μην υπήρξες ποτέ.


Μου έγραφε εκεί να πεθάνω.

Κι έτσι. Και τόσο.

Άγουρος· μαθητής που αγάπησε

τον μασκαρεμένο Ιούδα που παρίστανε Χριστό –

έναν Χριστό που πουλούσε Ανάσταση προτού σταυρωθεί.

Έτσι ανακάλυψα τον Γολγοθά μου.


Έτη – πολλά έτη –

αίμα και σώμα σε κοινωνούσα με μανία·

άγαρμπα τόσο, που νερώθηκε το αίμα

κι έγινε το σώμα οικία ημιπροσμονής.

Έγινε Επιτάφιος προθάλαμος·

κι έχασα κάθε στολισμό στην περιφορά μου.


Μονολογώ ακόμα – άφαντη.


Βρήκα πλείστα αρώματα

σε διογκωμένα ροζ δευτερόλεπτα – κλάσματα.

Τα γεύτηκα σαν τους καρπούς της φύσης,

που κρέμονται άφθονοι στη γη της Επαγγελίας.

Άπιστος σαν Θωμάς, άλλαζα χέρια και χέρια

αναζητώντας τους καρπούς μου να τρυπήσω.

Να σταυρώνομαι καθημερινά – δεν ζήτησα πολλά·

μαρτύριο ζητούσα

και τη γλύκα από τη φθορά της επανάληψης.


Μονολογώ – άφαντη.


Άφαντη – και πάντα εδώ!

Κι αν χιλιάδες φορές σου έκανα προσευχή να με λυτρώσεις,

με άφηνες·

κι είχα τόση λύσσα που δάγκωνα το δέρμα μου να βγει·

καταριόμουν το σπέρμα μου –

κι όμως, μόνο τα χείλη έτρεξαν αίμα....


Σε βρήκα σε εκκλησία – αγία, ζωγραφισμένη·

κρατούσες χαμογελαστή στεφάνι ακάνθινο.

Κι είπε το ποίμνιο: «Θαύμα!» –

που βγήκες και μου το φόρεσες

σαν κοστούμι του θανάτου,

με περίσσιο σεβασμό – κι επιμέλεια.


Μα δες που ακόμα σε αναμένει,

το παιδί που είμαι:

νεκρός, μα νέος·

ολόφρεσκος!


Βασίλης Πασιπουλαρίδης 💐

Comments


bottom of page