top of page

Άνευ όρων...

ree

Αξέχαστο τους έμεινε εκείνο το πανηγύρι!

Διασταυρώθηκαν οι ματιές τους..., ηλεκρίστηκε η ατμόσφαιρα...ένας κόμπος παράξενος έσφυξε την καρδιά τους..., αναποδογύρισε ο κόσμος μέσα τους!

Ο πυρετός του έρωτα δυνάμωνε..., άλλη σκέψη δεν χωρούσε στο μυαλό τους , δρόμος εναλλακτικός δεν διαφαινόταν στον συναισθηματικό τους ορίζοντα..., το μόνο αντιπυρετικό για την περίπτωσή τους ήταν το προξενιό!

Για την Ρηνιώ ήταν σίγουρος ο Αργύρης..., το είχε νιώσει με τα μηνύματα που μετέφεραν οι ματιές της το βράδυ εκείνο, γνώριζε πως ένιωθε κι εκείνη το ίδιο..., αγωνιούσε να γευτεί την ανάσα του, όπως κι εκείνος την δική της, η σύμφωνη γνώμη των γονιών της μόνο έλειπε, για να χαρούν χωρίς παρατράγουδα την μουσική που συνέθεσε η καρδιά τους!


Το πολυπόθητο ΝΑΙ δεν άργησε να έρθει! Ο πλούτος με τον πλούτο σμίγει, όπως και η φτώχεια την φτώχεια εμπιστεύεται, μα η ομορφιά ταιριάζει με την λεβεντιά, στην αντρειωσύνη αισθημάτων αναπαύεται, εκεί βρίσκει καταφύγιο ο έρωτας , μακάρι να είχαν όλοι οι έρωτες την ίδια τύχη, όπως στην περίπτωση του Αργύρη και της Ρηνιώς που όλα κύλισαν χωρίς σοβαρά εμπόδια!

Από την ημέρα του γάμου τους δεν αποχωρίστηκαν ποτέ. Της δουλειάς τα βάρη μαζί τα σήκωναν..., τις οικονομικές δυσκολίες αντάμα τις λογάριαζαν..., και τις χαρές τους με όλους τις μοιράζονταν. Απέκτησαν βιος σεβαστό αλλά και παιδιά, που κι αυτά τα έραναν οι μοίρες κι έκαναν ωραία προκοπή.

Τα πάντρεψαν κι ήρθε η ώρα να φτερουγίσουν..., σκόρπισαν σε πόλεις μακρινές ή κοντινές, μα τι σημασία είχε, όλες με μια ονομασία τις αποκαλούσαν οι γονείς "στα ξένα ".


Βρέθηκαν μόνοι, μα ζούσαν στον τόπο τους και είχαν πολλά ακόμα να πουν ο ένας στον άλλο. Η ζωή όμως που δεν στερεύει από εκπλήξεις τους έφερε στην Αθήνα, την πόλη που τη θεωρούσαν πιο ξένη απ' τα "ξένα", έπρεπε να συμπαρασταθούν σε κάποιο πρόβλημα σε ένα απ' τα παιδιά τους. Ρίζωσαν στην Αθήνα χωρίς να το καταλάβουν, μα είχαν ακόμα ο ένας τον άλλο, ο σκοπός για τον οποίο έγιναν ξενωμερίτες σ' αυτή την ηλικία δεν τους άφηνε να μιζεριάσουν, ούτε να βαραίνει η καρδιά τους.

Άλλο μέρος η Αθήνα, , άλλοι άνθρωποι, νέα ήθη, καινούριες συνήθειες, στην αρχή δυσκολεύονταν να αναπνεύσουν, εντάχθηκαν όμως σιγά σιγά στον συρμό που αποφάσισαν να ακολουθήσουν, έμαθαν πως και τα γενέθλια γιορτάζονται, έσβηναν ακόμα και κεράκια για να ευχαριστήσουν τη ζωή για τα χρόνια που τους επέτρεψε να ζήσουν, αλλά αυτή η σκανταλιάρα η εγγονή τους, -πολλά τσαλίμια τους έκανε πάντα-, σε μανουάλιο μετέτρεπε την τούρτα τους , έτρεμαν κάθε φορά μην λαμπαδιάσει το σαλόνι τους.


Τα γενέθλια της Ρηνιώς ήταν και τότε, τα εβδομήντα μάλλον έκλεινε, όταν ένα εγκεφαλικό άλλαξε την εορταστική ατμόσφαιρα , πάγωσε το γέλιο..., βρέθηκαν σε διανυκτερεύον νοσοκομείο της Αθήνας. Πηγαινοέρχονταν όλοι στην πηγή του πόνου και της αγωνίας για κάποιες εβδομάδες ώσπου να συνέλθει, αλλά όχι και ο Αργύρης! Όσο κι αν επέμειναν οι συγγενείς και οι λιγοστοί φίλοι τους να πάει να ξεκουραστεί, να ανανεώσει τις δυνάμεις του, να πάρει τις ανάσες του..., έμεινε εκεί, βράχος..., να της κρατά το χέρι, να νιώθει την παρουσία του, να παίρνει κουράγιο..., να αντέξει...!

Άντεξε η Ρηνιώ, συνήλθε χωρίς κανένα ορατό αποτύπωμα του εγκεφαλικού, μα της έστειλε η ζωή ένα "παράσημο" βαρύ, πολύ βαρύ, που αδυνατούσε να το σηκώσει μόνη της! Ανέλαβε ο Αργύρης να το μεταφέρει όπου εκείνος νόμιζε πως ήταν κατάλληλη θέση για την αγαπημένη του, για το στήριγμα της ζωής του..., με την ελπίδα να την ξαναδεί να χαμογελά και πάλι, ίσως και να τον μαλώσει για κάποια αστοχία του, όπως έκανε παλιά.

Την επισκέφτηκε και εγκαταστάθηκε στον οργανισμό της η νέα μάστιγα της τρίτης ηλικίας, μια ιδιαίτερη μορφή ά ν ο ι α ς της νόσου Αλτσχάιμερ και έχασε η ίδια όλες τις όμορφες αναμνήσεις της, όλες τις χαρές των νέων στιγμών που θα βίωνε και ο Αργύρης, μαζί με το οικογενειακό του περιβάλλον, τον προσανατολισμό τους μα όχι το κουράγιο και την ελπίδα τους.


Πάλι ημέρα γενεθλίων της Ρηνιώς μετά από πέντε χρόνια. Πρώτη ,πολύ πριν το μεσημέρι, έφτασε η σκανδαλιάρα εγγονή, να ευχηθεί στην γιαγιά της τα χρόνια πολλά, να την σφίξει στην αγκαλιά της, να της δηλώσει και το να νιώσει πόσο απαραίτητη της ήταν!

"Τι δώρο πήρες της γιαγιάς παππού."

"Δεν είχα χρόνο παιδί μου να ψάξω, την πήρα μαζί μου για βόλτα..., της πρόσφερα λουλούδια..., καθίσαμε και σε ένα παγκάκι στο πάρκο να φάει την σοκολάτα της,

-ξέρεις πόσο της αρέσει-, άκουγε παιδικές φωνές, κάποια πουλάκια κελαηδούσαν..., νομίζω πως είδα χαμόγελο στα χείλη της, ίσως να νιώθει πως σήμερα είναι τα γεννέθλιά της!"

"Αμάν βρε παππού όλο τα ίδια και τα ίδια, πρωτοτύπησε και μια φορά"

"Σαν τι να κάνω κόρη μου...;"

"Τόσο αγαπημένοι που είσαστε αποτυπώστε με ένα τατού τον έρωτά σας στο κορμί σας ".

"Θα θυμηθεί μ'αυτό κορίτσι μου;"

"Ξέρω κι εγώ...,σίγουρα όμως θα είναι κάτι διαφορετικό ". ( Στο σώμα της εγγονής του δεν υπήρχε μέρος αζωγράφιστο. )

Τον έπεισε τον παππού της, τους έβαλε και τους δύο στο αυτοκίνητό της και σε λίγη ώρα κατέβηκαν στην είσοδο του μαγαζιού που την καλλιτεχνική διεύθυνση είχε ένας φίλος της.

Το όνομα της Ρηνιώς, αλλά "Ρ Η Ν Ο Υ Λ Α" με καλλιτεχνικά γράμματα σχεδίασε ο Αργύρης στον βραχίονα του, λίγο πάνω απ' τον καρπό. Μια φωτογραφία από τα νιάτα του αποτύπωσε στο ίδιο σημείο στο χέρι της Ρηνιώς.

Γύρισαν στο σπίτι πριν έρθουν οι υπόλοιποι. Το έδειχνε ξανά και ξανά στη Ρηνιώ του και όλο ρωτούσε: "Σ' αρέσει τζιέρι μου;"

Ποτέ δεν πήρε απάντηση μα μέρες τώρα τα μάτια της δακρύζουν, αναρωτιέται μήπως πονάει κάπου, μήπως της έκανε κακό, αποφάσισε και πάλι να επισκεφτεί την οφθαλμίατρό τους.

"Μια χαρά είναι το κοριτσάκι σας κύριε Αργύρη, τίποτα δεν έχουν τα ματάκια της, ίσως είχε κάποια αναλαμπή και συγκινήθηκε απ' την μεγάλη σας αγάπη, μην φοβάστε..., εσείς συνεχίστε να την νοιάζεστε με την ίδια τρυφερότητα και να δείχνετε το ενδιαφέρον σας με την ίδια στοργή, όπως κάνετε τόσα χρόνια....!

"Έλα κοριτσάκι μου, έλα να καθίσεις στην καρέκλα ώσπου να μας γράψει την συνταγή η γιατρός. "

Κάθισε δίπλα του. Έγραφε η γιατρός , η Ρηνιώ με το ένα χέρι της τυλιγμένο στο μπράτσο του Αργύρη και πλεγμένα τα δάκτυλα τους, το άλλο το έφερνε κατά διαστήματα στα χείλη της και φιλούσε τρυφερά την εικόνα του τατού, όπως την έλεγε η εγγονή, αλλά ο παππούς την ονόμαζε στιγματογραφία όταν δεν τον άκουγε εκείνη.

"Μήπως κάτι θυμήθηκες ψυχή μου;" ρώτησε τρυφερά ο Αργύρης βλέποντας με αγωνία την επαναλαμβανόμενη κίνηση.

Με μηχανικό χαμόγελο ήρθε για άλλη μία φορά η απάντησή της και ο Αργύρης για άλλη μία φορά ένιωσε να θορυβεί η καρδιά του...,για άλλη μία φορά άρχισε να κυνηγάει την ελπίδα!

Θαύμασε η γιατρός την καρδιά του ηλικιωμένου ΑΝΤΡΑ, του 'σφιξε με σεβασμό το χέρι για τα αισθήματα και τον τρόπο που τα εξέφραζε. Παραβλέπονας το δεοντολογικό ιατρικό πρωτόκολλο έκανε μια σφιχτή αγκαλιά στην Ρηνιώ και ο Αργύρης άκουσε την φωνή της μετά από χρόνια.

"Ήρθες Μαιρούλα μου, πολύ σε επιθύμησα! "

Ένα δάκρυ κύλησε στο αυλακωμένο πρόσωπο του Αργύρη, κανείς δεν ξέρει αν ήταν από χαρά για την νέα αναλαμπή της Ρηνιώς ή για την κόρη τους τη Μαιρούλα που χρόνια είχε χαθεί σε τροχαίο!



Βαγγέλης Γιάννος 🌹

Comments


bottom of page