top of page

Η μνήμη του χρόνου

ree

Κάποιοι έρωτες δεν χωρούν σε μία ζωή.

Και τότε ο χρόνος... απλώς υποχωρεί.

Ίσως τελικά δεν είναι τα όνειρα αναμνήσεις.

Είναι το παρελθόν που προσπαθεί να γυρίσει πίσω…


Η Αναστασία δεν είχε ταξιδέψει ποτέ έξω από τον χρόνο, η έτσι πίστευε...

Ζούσε μεθοδικά, με ένα φλιτζάνι καφέ το πρωί, το ίδιο τραμ για το μουσείο, κι έναν γάτο που την περίμενε κάθε απόγευμα στο περβάζι. Ήταν επιμελήτρια Ιστορικής Τέχνης , αναζητούσε το παρελθόν σε πίνακες, σε κλωστές, σε σβησμένα χρώματα. Όμως ποτέ δεν περίμενε το παρελθόν να την αναζητήσει.


Ονειρευόταν συχνά, μα το παράξενο ήταν ότι ονειρευόταν πάντα το ίδιο πρόσωπο:


Έναν άντρα με βλέμμα ήσυχο, σαν νύχτα δίχως φεγγάρι, να τη φωνάζει "Ελισάβετ". Εκείνη στεκόταν πάντα σε μια αυλή γεμάτη αγιοκλήματα, με φόρεμα από μετάξι και κορδόνια στις άκρες των μανικιών , της χαμογελούσε πάντα πριν φύγει...

Και κάθε φορά που τον πλησίαζε, ξυπνούσε.


Δεν μίλησε σε κανέναν για τα όνειρα, την τρόμαζε το ότι ήθελε να μείνει εκεί σε εκείνη την εποχή, σε εκείνον τον χρόνο που δεν της άνηκε.


Ένα απόγευμα, ενώ έψαχνε παλιά έγγραφα για μια έκθεση στο Μοναστηράκι, μπήκε τυχαία σε ένα παλαιοπωλείο που δεν είχε προσέξει ποτέ. Η πόρτα έτριξε σαν από άλλη εποχή, το φως μέσα ήταν χρυσαφένιο, σχεδόν αφύσικο... Και τότε τον είδε.


Ήταν εκεί...

Ο άντρας από τα όνειρα.


Δε γύρισε να την κοιτάξει. Κράτησε για λίγο το βλέμμα του πάνω σ’ ένα παλιό επιτραπέζιο ρολόι, έπειτα σε ένα σημειωματάριο που άφησε απαλά πάνω στο τραπέζι.

Έφυγε ήσυχα, σχεδόν αθόρυβα.


Η Αναστασία , σαν υπνωτισμένη πλησίασε...


Το σημειωματάριο είχε δερμάτινο εξώφυλλο, φθαρμένο, κι έγραφε με χρυσά γράμματα:


Για την Ελισάβετ, οταν ο χρόνος επιστρέψει.


Στις σελίδες του υπήρχε μια αλληλογραφία μονόλογοι... Σκέψεις γραμμένες με μελάνι, Αγάπη, απώλεια, προσμονή.

Μιλούσε για μια γυναίκα που χάθηκε ξαφνικά, μια νύχτα του 1875.

Και για έναν άντρα που έμεινε εκεί να την περιμένει...


Στην τελευταία σελίδα, υπήρχε μόνο μια φράση:


"Όταν ο χρόνος παγώσει, θ’ ανοίξει ξανά το πέρασμα..

Στη σκάλα του Ωρολογίου. Μην αργήσεις..."


Η Άναστασία δεν κοιμήθηκε εκείνη τη νύχτα έψαξε και βρήκε

το Ωρολόγιο.. υπήρχε!

Ήταν ένας παλιός μηχανισμός χρόνου, εγκαταλελειμμένος στο λόφο της Πεντέλης απομεινάρι ενός πειράματος που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Οι ντόπιοι το αποκαλούσαν:


"Η στρογγυλή σκάλα"


Επειδή οδηγούσε σε μια αίθουσα που γύριζε σαν γρανάζι γύρω από τον εαυτό της.


Στην εικοστή τρίτη νύχτα από τότε νύχτα πανσελήνου ανέβηκε.

Κι εκεί, στη μέση της σάλας, την περίμενε ένα εκκρεμές.

Με το που το άγγιξε, όλα έσβησαν...


Ξύπνησε σε άλλη εποχή... Στον αέρα μύριζε κάρβουνο και γιασεμί, το σώμα της φορούσε το ίδιο λευκό φόρεμα από τα όνειρα..

Και μπροστά της, στην αυλή με το πέτρινο πηγάδι, στεκόταν εκείνος...


Δεν χρειάστηκε να πουν τίποτα...

Τον αναγνώρισε μέσα στη σιωπή...


"Άργησα;"

"Όχι... Σε περίμενα. Και θα μπορούσα να σε περιμένω σε κάθε εποχή."


Και τότε κατάλαβε πως …

Δεν ήταν όνειρα αλλά.. αναμνήσεις.

Ήταν το παρελθόν που προσπαθούσε να επιστρέψει.

Ναι..δεν ήταν όνειρα... Ήταν μια μνήμη που αρνήθηκε να πεθάνει.


Γιατί μερικοί έρωτες δεν χωρούν σε μια ζωή.


Πρέπει να υπάρξουν ξανά.

Από την αρχή.

Σε μια άλλη εποχή.


Σούλα Μπινετοπούλου 🌹



Comentarios


bottom of page