top of page

Το "Γιασεμί"



ree

Σπούδασα στο μικρό νησάκι των Κυθήρων.

Τ’ όνειρο μου ήταν να γίνω δασκάλα.

Όταν το λέω σε κάποιους, με κοιτούν υποτιμητικά.

Δεν έχουν ιδέα τι σημαίνει να προσφέρεις σε μικρά σπουργιτάκια τις πρώτες γνώσεις, τα πρώτα γράμματα, λεξούλες κι έπειτα να νιώθεις περήφανη πως τα κατάφερες.

Φτωχή οικογένειά μου…

Δεν πρόλαβε να με χαρεί στις σπουδές μου.

Ο πατέρας μου δεν έζησε ούτε τη γέννα μου. Χάθηκε στον αέρα ενός αεροπλάνου, ως πιλότος. Ενός σάπιου αεροπλάνου…

Η μητέρα μου είχε μαραζώσει απ’ τον καημό της.

Μα ποτέ δεν μ’ άφησε μονάχη να παλεύω.

Τα λιγοστά χρήματα της αποζημίωσης από τον χαμό του πατέρα ήταν αρκετά για τα σχολικά μου έξοδα και τα φροντιστήρια.

Ο ξαφνικός θάνατος της μαμάς μου μ’ άφησε μετέωρη.

Την πρόδωσε η καρδούλα της, μα έμαθα από μικρή να είμαι δυνατή και να έχω την θέληση να προοδεύσω, χωρίς να γίνω κακός άνθρωπος.

Μονές οι δυο μας, είχαμε μάθει να βασιζόμαστε στον εαυτό μας.

Ώσπου μια μέρα, μένοντας ολομόναχη, ήρθε το πτυχίο. Κανείς δεν με περίμενε να μ’ αγκαλιάσει.

Κανείς δεν ήταν εκεί με μια ανθοδέσμη.

Μα δεν με πίκρανε αυτό.

Η υπόσχεση στη μητέρα μου θα ήταν πάντοτε οδηγός στη ζωή μου. "Να μην αφήσω να με πληγώσει και να με βασανίσει ποτέ κανένας". Έμαθα από μικρή να ορθώνω τ’ ανάστημά μου στα δύσκολα, αλλά και να είμαι ευγενική, ειλικρινής και ευγνώμων στη ζωή μου.

Έτσι βρέθηκα στα όμορφα Κύθηρα να εργάζομαι.

Όταν μια φορά, πριν δυο χρόνια, σε διακοπές, γνώρισα τον Πέτρο.

Έτσι τον αγάπησα... ή πίστευα ότι τον αγάπησα. Θα διοριζόμουν μετά το πτυχίο εύκολα εκεί. Παραμεθόριος και λιγοστά παιδιά.

Δύσκολη μετάβαση για δασκάλους που αγαπούν την πόλη. Για ‘μένα όχι.

Η απόσταση φταίει; Το κενό της διαδρομής από καρδιά σε καρδιά που μεγαλώνει;

«Αν θα φύγεις, ξέχασε με».

Πόσο άσχημο ήταν, θυμάμαι, όταν άκουσα τη φράση αυτή. Γύριζε ξανά και ξανά στο μυαλό μου. Σαν μια μύγα γύρω από το κεφάλι μου. Αν φύγω, να σε ξεχάσω.

«Ναι, γιατί αν μ’ αγαπάς, δε γίνεται να φύγεις. Έχω υποχρέωση να ζήσω στον τόπο που γεννήθηκα, Γιασεμί! Φοιτήτρια είσαι!

Ζήσε εδώ, παντρέψου με και μείνε!»

Ωραία πρόταση γάμου! "Παντρέψου με, φοιτήτρια". Σαν να λέμε, σιγά τα αυγά κορίτσι μου, τα λεφτά έχουν αξία, όχι οι σπουδές.

(μόνη δίνω τις εξηγήσεις στις δηλώσεις, στους διαλόγους, τις απαντήσεις στον εαυτό μου).

Μία μαγεία χάθηκε.

Εκείνη, Γιασεμάκι μου

του έρωτα η χάρη.

Τι γίνηκε τόση χαρά

χάθηκε το φεγγάρι;

Αχ, γιαγιά μου, με τους στίχους σου…

Δύει ο ήλιος ξαφνικά και τη θέση του έρχεται να πάρει η συννεφιά. Να συμβιβαστώ Πέτρο μου, για να ζήσω εδώ.

Το νησί πανέμορφο.

Εσύ, ο ήρωας του νησιού.

Με μια τέτοια "υπέροχη" πρόταση γάμου ˙ ελληνική ταινία είναι η ζωή, Πετρή μου; Εγώ στο σπίτι, στα παιδιά κι εσύ ο μεγαλέμπορος, ζωάρα με κανόνες στη γυναίκα.

Πόσο στραβή!

Μου πήρε δυο χρόνια να καταλάβω.

Πάλι καλά που πήρα το πτυχίο μου, καλά που έγινα δασκάλα. Όχι ότι με ρώτησες ποτέ οτιδήποτε αφορά τα μαθήματα, τα συναισθήματα, τις δυσκολίες μου.

Γιατί δεν μπόρεσα να δω λογικά τι ήθελες εσύ; Μια συμβίωση στο νησάκι με μαθηματική ακρίβεια. Να γίνω καλή νύφη για τους γονείς σου και καλή μάνα για τα παιδιά μας, γιατί αμφιβάλλω αν θα περίσσευαν οι αντοχές μου, για πολύ καλή σύζυγος. Μια σχέση με πρωταρχικό στόχο τον γάμο κι έπειτα ένα παγωμένο διαζύγιο, ένα τρίτο πρόσωπο ίσως. Μπόλικη κατανόηση, τεράστιο χάσμα επικοινωνίας, αλλά "αν φύγω, να σε ξεχάσω", ξαναμουρμουρίζω.

«Θα φύγω αγάπη μου, γιατί είναι νωρίς για σχέδια και γάμους» σου απάντησα. «Αν η απόσταση δεν μας χωρίσει, θα γίνουμε ένα για πάντα, αυτό μπορώ να σου το υποσχεθώ. Να προσπαθήσουμε όμως μαζί και θα τα καταφέρουμε, να διοριστώ, να μη χαθούν τα χρόνια των σπουδών μου, βρε Πέτρο...». Μα το χέρι σου στο λαιμό μου έκανε την αποκάλυψη του παλιοχαρακτήρα σου. Ακόμα πιο έντονο και σοκαριστικό, σφίγγοντάς με.

«Θα μείνεις εδώ! Τον Πέτρο δεν τον άφησε ποτέ καμία, Γιασεμάκι μου. Κατάλαβες; Σ’ αγαπάω και θα σ’ έχω. Αν φύγεις, θα ‘χεις άσχημη ζωή, να ξέρεις! Τι θα κάνεις καημένη; Μία δασκαλίτσα θα είσαι για όλη σου τη ζωή».

Κάτι σαν απειλή ακούστηκε αυτό στ’ αυτιά μου. Χαμογέλασα με αγάπη κοιτώντας τον στα μάτια.

«Με συγκινείς καλέ μου! Πες μου πότε θα ‘θελες να γίνει ο γάμος μας, να προλάβουμε! Προλαβαίνουμε; Πρέπει να το πω στις ξαδέρφες μου...

Γιατί γονείς δεν έχω, όπως ξέρεις…» συμπλήρωσα με πίκρα. «Ο Θεός δεν κάνει εξαιρέσεις...»

Μια ευχαρίστηση στο πρόσωπό του, μια λάμψη, κάτι πρωτόγνω-ρο. Είχε γίνει το δικό του. Το κτήμα που ήθελε, το είχε μπροστά του.

«Σε δύο εβδομάδες θα φτιάξουμε χαρτιά. Όταν υπάρχουν χρήματα όλα γίνονται γρήγορα,

Γιασεμάκι», μ’ απάντησε ενθουσιασμένος.

Γέλασα κι εγώ, το Γασεμάκι της θλίψης και της μοναξιάς.

Μα κράτησα το πόνο μου μοναχά για ‘μένα.

Το έμαθε όλο το νησί το γεγονός του Σεπτεμβρίου! Σύντομα θα ήμουν η γυναίκα του πλουσιότερου άνδρα εκεί. Τα χαμόγελα αυξήθηκαν όπως και τα κομπλιμέντα.

Η υποκρισία της εποχής αλλά και της ζωής των ανθρώπων. Αυτό βέβαια ίσχυε ανέκαθεν, από τους προηγούμενους αιώνες, δεν ήταν ένα καινούργιο γεγονός.

Οι επόμενες μέρες έτρεχαν γρήγορα μπροστά μου.

Σχεδόν όλοι κοιτούσαν την κοιλιά μου!

Ναι, πώς δεν το σκέφτηκα! Νόμιζαν ότι ήμουν έγκυος! Περίφημα, θα το διασκεδάσω ακόμα περισσότερο!

Μα δεν θα κλάψω.

Η γιαγιά η Γιασεμίνα, αν ζούσε, θα ήταν μες στο γέλιο, σαν ένα πουλί που τιτίβιζε. Τα χρήματά μου έφταναν για ότι είχα στο μυαλό μου. Αρκετά από την καλοκαιρινή μου δουλειά στα καταλύματα, το ταμείο ανεργίας που θα ‘ρχόταν και στη συνέχεια, κάτι φακελάκια από τα δώρα του γάμου. Αυτά τα διασκέδασα ˙ ήταν όλα όσα έπρεπε.

Οι ξαδέρφες έφτασαν περιχαρείς για το μεγάλο γεγονός. Κουκλάρες, στολισμένες, στο ξενοδοχείο όπου θα ντυνόμουν νύφη και θα ‘ρχόταν η όμορφη άμαξα να μας πάρει. Ο γιος του κυρ-Παντελή, του σοφέρ, που σε λίγο καιρό θα ήταν γιατρός, είχε ξεμείνει ακόμα στο νησί έως το τέλος Σεπτεμβρίου. Θα με πήγαινε στον Πέτρο, τον δυνατό, τον ισχυρό, τον σημαντικό! Το χέρι μου άγγιξε το λαιμό μου. Μία ανεπαίσθητη μαυρίλα ακόμα λίγο κρατούσε, παρά τις μέρες που είχαν περάσει.

Στην είσοδο, οι ξαδέλφες μου, δυο φίλοι κι εγώ, η νύφη. Λευκό πουκάμισο, τζιν μπλε, ξεβαμμένο, σπορτέξ και τσάντα πλάτης. Δίχως βαλίτσα. Πέντε ζευγάρια μάτια κοιτούσαν και πέντε στόματα ανοιχτά...Μίλησα πρώτη. «Έτοιμοι; Φύγαμε;»

«Γιασεμάκι μου, τι έχεις,τρελάθηκες; Η εκκλησία έχει γεμίσει έως τον κάτω δρόμο. Όλο το νησί είναι στο ξωκλήσι, περιμένουν! Ο Πέτρος θα γίνει ρεζίλι!»

«Ο γάμος δεν θα γίνει, ίσως γιατί ο λαιμός μου, για να αναπνέει και να τραγουδάω στα παιδιά μου, επιβάλλεται να μην έχει σημάδια».

Δεν ξέφυγαν απ’ τα μάτια όλων οι μελανιές από τα δάκτυλα.

Θυμός στο βλέμμα τους κι απογοήτευση.

«Όχι φίλοι μου, δεν θέλω νεύρα, ούτε θυμούς. Φύγαμε γι’ αεροδρόμιο. Όλα είναι κανονισμένα, κι εγώ, μ’ αυτά, θα σας καλούσα διήμερο στην Ιθάκη, εκτός και θέλετε να πάτε στην εκκλησία!», δείχνοντάς τους έναν φάκελο γεμάτο με χρήματα.

«Δεν πιστεύω ότι το εννοείς», αποκρίθηκε ο Σωτήρης που έλιωνε για μένα τα δύο τελευταία χρόνια.

«Σας περιμένω έξω, μας έχω νοικιάσει αυτοκίνητο».

Κανείς δεν έκανε δεύτερες σκέψεις, γιατί όσοι σ’ αγαπούν είναι δίπλα σου, όσοι σ’ αγαπούν δεν ρωτούν. Μόνο στέκονται, μόνο σέβονται. Το ανοιχτό τετρακίνητο γέμισε φωνές και μουσική στο τέρμα. Το τραγούδι του γνωστού τραγουδιστή που "του ήρθε απόψε μία τρελή ιδέα…", δεν άφηνε περιθώρια για δάκρυα. Ή τώρα ή ποτέ.

Κανένας δεν αξίζει να πληγώνεται αλλά και καμία γυναίκα δεν αξίζει τη βία. Όταν σου χτυπήσει την πόρτα μία φορά, θα στη χτυπήσει ξανά και ξανά. Τον άφησα στα σκαλιά της εκκλησίας, να του μιλήσει ο πάτερ... για τη φωτογραφία με τα δάχτυλά του στο λαιμό μου. Γιατί κανένα Γιασεμί όλου του κόσμου δεν αξίζει την παλάμη σας!

***

«Κι έτσι, η μαμά είναι η πιο γλυκιά δασκάλα του σχολείου μας! Μπαμπά, κοίτα τι ζωγραφίσαμε!»

Ο Σωτήρης δεν έδειξε την κούραση του από την εφημερία και πήρε αγκαλιά τις δίδυμες κατάξανθες κόρες του.

Η ζωγραφιά κάθε ευτυχισμένου παιδιού. Το Γιασεμί καμάρωνε…

Ευαγγελία Αλιβιζάτου

Συγγραφέας 🌹


Comments


bottom of page