top of page

Νεανική χείρα βοηθείας προς ένα ασθενή που πάσχει από Αλτσχάιμερ...


ree

«Υγιεία τίμιον αλλ’ ευμετάστατον.

Η υγεία είναι πολύτιμη αλλά ευμετάβλητη.»

Πλούταρχος, Αρχαίος Έλληνας ιστορικός (47-120 μ.Χ.)

Αθήνα Πλατεία Κοραή, 16:30, 20 Σεπτεμβρίου 2025.

Το δεκαεξάχρονο εύσωμο αγόρι έκλεισε με προσοχή την γυάλινη πόρτα του βιβλιοπωλείου που βρίσκονταν επί της οδού σταδίου. Κρατώντας στα χέρια του το καινούργιο κόμικ με τους ήρωες της Disney άρχισε να ανηφορίζει το πλακόστρωτο της πλατείας Κοραή. Εδώ και δέκα ημέρες είχαν ανοίξει τα σχολεία για την καινούργια σχολική χρονιά και ο μελαχρινός Δημήτρης μάζευε το χαρτζιλίκι που του έδιναν οι γονείς του εδώ και μια εβδομάδα για να αγοράσει το καινούργιο κόμικ. Τα μαθήματα της Α’ Λυκείου του φαίνονταν εύκολα αλλά από την άλλη είχε κληρονομήσει την φωτογραφική μνήμη της μητέρας του και την ακόρεστη δίψα για γνώση του πατέρα του. Στα μικρά καφέ εκατέρωθεν της πλατείας, δεκάδες άτομα όλων των ηλικιών έπιναν τον καφέ ή το αφέψημα τους απολαμβάνοντας τον ζωογόνο ήλιο που κυριαρχούσε στον καταγάλανο γαλάζιο ουρανό. Νεαροί φοιτητές και φοιτήτριες, με τους φορητούς υπολογιστές τους συνδεδεμένους στο wifi των καταστημάτων, σέρφαραν στο διαδίκτυο.

Είτε έψαχναν πληροφορίες για τις τρέχουσες εργασίες τους στις διαδικτυακές εγκυκλοπαίδειες είτε αναβάθμιζαν τα προφίλ τους στις διάφορες εφαρμογές κοινωνικής δικτύωσης. Μητέρες με τα μικρά παιδιά τους ανά χείρας κουβαλούσαν τις γεμάτες μέχρι το χείλος χάρτινες σακούλες των πολυκαταστημάτων ή των σουπερμάρκετ.

Κουστουμαρισμένοι άντρες και γυναίκες με ακριβά ταγιέρ ή φορέματα κινούνταν προς την υπόγεια είσοδο του Μετρό, καθώς είχαν μόλις σχολάσει από τις εργασίες τους στις χιλιάδες εταιρείες που στεγάζονταν στις πολυκατοικίες του πολύβουου κέντρου της Αθήνας. Έρχονταν σε προφανή αντίθεση με τις άστεγες γυναίκες και άντρες που κάθονταν στα παγκάκια και υπό την σκιά των καταπράσινων δέντρων της πλατείας Κλαυθμώνος, ακριβώς κάτω από την πλατεία Κοραή.

Στο ξεκίνημα των μαρμάρινων σκαλιών που οδηγούσαν στις υπόγειες σιδηροτροχιές, υπήρχε ένας ασπρομάλλης ηλικιωμένος ντυμένος με μια λευκή κοντομάνικη μπλούζα, μια μπλε μακριά πιτζάμα και μαύρες σαγιονάρες. Τα γαλανά κουρασμένα μάτια του κοιτούσαν έναν αετό που πετούσε πάνω από την πλατεία. Φαίνονταν πως ήταν σε προφανή κατάσταση σύγχυσης καθώς μιλούσε μόνος του. Μικροί και μεγάλοι που περνούσαν από δίπλα του, τον αγνοούσαν, βυθισμένοι στις δικές τους σκέψεις.

Ο Δημήτρης όμως δεν τον προσπέρασε και κοντοστάθηκε δίπλα του. Ο λόγος ήταν πως του θύμισε την γιαγιά του. Πριν από πέντε χρόνια είχαν πάει διακοπές στο νησί της μητέρας του, την Αλόννησο. Παρατήρησε πως η γιαγιά του, που είχε μνήμη σαν ατσάλινη δαγκάνα ξεχνούσε γρήγορα ότι της έλεγε και έπρεπε μετά από λίγη ώρα να της επαναλαμβάνει ότι της είχε πει. Πρόσεξε πως τα καταπράσινα μάτια της ξανθομαλλούσας μητέρας του ήταν βουρκωμένα. Το ίδιο βράδυ άκουσε μια συζήτηση των γονέων του. Ανέφεραν πως η γιαγιά του είχε διαγνωστεί με Αλτσχάιμερ. Έγραψε στην αναζήτηση της google την λέξη Αλτσχάιμερ και άρχισε να διαβάζει τα επιστημονικά άρθρα που βρήκε. Ανέφεραν πως το Αλτσχάιμερ είναι μια νευροεκφυλιστική νόσος, η οποία αποτελεί την αιτία του εβδομήντα τοις εκατό των περιπτώσεων της άνοιας. Στην αρχή, οι ασθενείς δυσκολεύονται να ανακαλέσουν πρόσφατα περιστατικά. Καθώς η νόσος προχωρά, προκύπτουν προβλήματα στον προσανατολισμό, δυσκολία στην ομιλία, διακυμάνσεις στην συμπεριφορά και την διάθεση. Στα τελευταία στάδια της ασθενείας χάνεται η μακροπρόθεσμη μνήμη και τα άτομα απομακρύνονται από το κοινωνικό σύνολο καθώς οι αισθήσεις τους φθίνουν και δυσκολεύονται να αυτοεξυπηρετηθούν. Συνήθως ένα μέλος της οικογένειας αναλαμβάνει την φροντίδα του ασθενή. Πριν από ένα χρόνο που επισκέφτηκαν ξανά την Αλόννησο, ο χαμογελαστός παππούς του είχε αναλάβει όλες τις εργασίες του σπιτιού ενώ η γιαγιά του κάθονταν μελαγχολική στην αυλή του τους, κοιτώντας τον αέναο παφλασμό της καταγάλανης θάλασσας.

«Καλησπέρα κύριε, είστε καλά;» ρώτησε ο Δημήτρης.

«Την κόρη μου, θέλω την κόρη μου….» επαναλάμβανε μηχανικά ο ηλικιωμένος άντρας.

Ο Δημήτρης με ευγένεια, πήρε το ροζιασμένο χέρι του καμπουριασμένου άντρα και τον έβαλε να καθίσει στο πράσινο παγκάκι δίπλα στην γυάλινη μικρή πυραμίδα. Ετοιμάστηκε να πάρει τον τριψήφιο αριθμό έκτακτης ανάγκης από το κινητό τηλέφωνο του. Μια κοκκινομάλλα γυναίκα όμως έτρεξε προς το μέρος τους από το πάνω μέρος της πλατείας Κοραή.

«Μπαμπά, μπαμπά είσαι καλά;» ρώτησε η γυναίκα ενώ αγκάλιασε τον ηλικιωμένο άντρα. Γύρισε προς το μέρος του Δημήτρη και τον κοίταξε με τα κάστανα μάτια της, που είχαν μαύρους κύκλους από την έλλειψη ύπνου. «Σε ευχαριστώ, πήγα να πάρω την κόρη μου από το μπαλέτο και ξέχασα να κλείσω την εξώπορτα. Ο άντρας μου ήταν στην δουλειά. Όταν γύρισα έλειπε ο μπαμπάς. Εδώ και λίγα χρόνια διαγνώστηκε με Αλτσχάιμερ και αναλάβαμε να τον φροντίζουμε. Πρώτη φορά τον έχασα, απλώς δεν βόλευαν οι βάρδιες της εργασίας μας.»

«Δεν χρειάζεται να δικαιολογήστε κυρία. Το θέμα είναι πως βρήκατε τον πατέρα σας και είναι καλά», αποκρίθηκε ο χαμογελαστός Δημήτρης.

Ένας δημοσιογράφος που περνούσε από το σημείο, τους πλησίασε και κράτησε μερικές σημειώσεις από το συμβάν. Αφού τους ζήτησε την άδεια, τους έβγαλε μια φωτογραφία για το άρθρο του.

Αθήνα Παγκράτι, 08:30, 21 Σεπτεμβρίου 2025.

«Είδες Νατάσα τι έκανε το παλικάρι μας;» ρώτησε ο πενηντάχρονος μελαχρινός άντρας. Κοιτούσε μια ιστοσελίδα ημερήσιας ενημέρωσης στο τάμπλετ του ενώ έπινε τον διπλό σκέτο εσπρέσο του, στην κουζίνα του μικρού διαμερίσματος τους, στον τρίτο όροφο της ανακαινισμένης πολυκατοικίας.

Η ξανθιά ψηλή σαραντατετράχονη γυναίκα σταμάτησε να ανακατεύει τα μανιτάρια που σόταρε στην μεγάλη κατσαρόλα. Πλησίασε τον σύζυγό της και κοίταξε την είδηση που διάβαζε ο σύντροφος της. Ο τίτλος της είδησης ήταν «Νεαρό αγόρι βοηθάει ασθενή που νοσεί από Αλτσχάιμερ». Κάτω από τον τίτλο ήταν η φωτογραφία του παιδιού τους, στην ηλιόλουστη πλατεία Κοραή, δίπλα στην κοκκινομάλλα γυναίκα και τον πατέρα της. Οι δύο γονείς αγκαλιασμένοι, διάβασαν ξανά και ξανά την περιγραφή του δημοσιογράφου σχετικά με την ανιδιοτελή πράξη του γιου τους. Και κάθε φορά που το διάβαζαν, το χαμόγελο τους γίνονταν όλο και πιο λαμπερό.

Γιώργος Παλαιστής 🌹


Comments


bottom of page