top of page

Γιουσουρούμ αγάπη μου...


Στο κέντρο της Αθήνας από του Ψυρρή μέχρι την πλατεία Αβυσσηνίας,κάτω από το άγρυπνο μάτι του Παρθενώνα το ρολόι του χρόνου σταμάτησε σε μία άλλη εποχή, και κράτησε με ευλάβεια αναλλοίωτα, τα στενά δρομάκια, τα χαμηλά σπίτια και τα γερασμένα κτίρια.

Εκεί τις κυριακές,ένα πολύχρωμο πλήθος βγαίνει σεργιάνι στα στενά, ενώ στους δρόμους και τα πεζοδρόμια λιάζεται νωχελικά η πραμάτεια του παλιατζή και καρτερά αγοραστή.

Στη μέση του σωρού σε περίοπτη θέση, ασπρόμαυρη νυφιάτικη φωτό.

Το ευτυχές ζεύγος αμέσως μετά τους γαμήλιους όρκους χαμογελά ανυποψίαστο στο φακό ...

Τώρα η στιγμή του, η ζωή του, πουλιέται σε τιμή ευκαιρίας, τώρα τα στέφανα, τα χαμόγελα τα όνειρα, όλα βγήκαν στο σφυρί και πουλιούνται στο παζάρι όσο, όσο.

Παραδίπλα ένας νεοσύλλεκτος φαντάρος, ποζάρει όλο νιάτα και έπαρση, σε πλαίσιο από μία ολάνθιστη καρδιά... με αφιέρωση..

Αναμνηστική φωτό από τη μονάδα.

<Στους προσφιλείς μου γονείς με σεβασμό>

Μετά ο φαντάρος τέλειωσε το στρατιωτικό και ανέλαβε υπηρεσία στη θητεία της ζωής εκεί,που ο χρόνος τρέχει μαραθώνιο και η επιβίωση καταπίνει τις χαρές...

εκεί, που οι μέρες φθίνουν απελπιστικά και τα νιάτα γίνονται σύντομα φευγαλέα ανάμνηση.

Στην πορεία του χρόνου, ο νεοσύλλεκτος έστησε οικογένεια, απόκτησε παιδιά και εγγόνια, και κληροδότησε με διαθήκη το δίπατο σπίτι στην Καλλιθέα στους νέους ενοίκους με όλη την πραμάτεια,που κουβαλούσε στα σωθικά του.

Αμέσως μετά η μπουλντόζα, φασαριόζα και ανυπόμονη έκανε εισβολή, και κατάπιε το πηγάδι, την πλακόστρωτη αυλή, το αγιόκλημα και το γιασεμί στο φράχτη, και λίγο πριν ισοπεδώσει εντελώς το σπίτι, πρόλαβε ο παλιατζής και φόρτωσε στην καρότσα το βιός που έκρυβε μέσα του... Ανάμεσά του και η ασπρόμαυρη φωτό του νεοσύλλεκτου,που τώρα πουλιέται και ξεπουλιέται στο παζάρι σε τιμή ευκαιρίας.

Στο κέντρο του σωρού, καταμεσής της πραμάτειας, σταμπάρω ενα κάδρο με φρεσκοκομμένα κλαδιά αμυγδαλιάς σε πήλινο βάζο.

Το παζαρεύω και το ρίχνω βιαστικά στην κατάφορτη τσάντα μου, ενώ στο πίσω μέρος, ακριβώς κάτω από το σκουριασμένο γάντζο εξέχει η αφιέρωση...

<Στην Αρτεμούλα για τον αρραβώνα της...

Ο παππούς>

Η Αρτεμούλα ,η μικρή Άρτεμις μεγάλωσε ψήλωσε κι άνοιξε τα φτερά της στις ρούγες της ζωής και την αγκαλιά της στον έρωτα, και ο παππούς της διάλεξε για γαμήλιο δώρο την αμυγδαλιά ,την κατάφορτη νιάτα και αποκοτιά, για να είναι η τύχη του κοριτσιού ολάνθιστη και η ζωή του μία ισόβια άνοιξη.

Και ο χρόνος στο πηδάλιο της ζωής μηχανοδηγός και αφέντης, πήρε σβάρνα τον παππού και τα νιάτα της Αρτεμούλας, πήρε σβάρνα και το σπιτικό της, που παραγέρασε και αυτό και έμπαζε βροχή από τη σκεπή, και ανέμους από τα πορτοπαράθυρα, και λίγο πριν σωριαστεί, τρύπωσε ο γύφτος από τη μισάνοιχτη πόρτα, και λεηλάτησε την πραμάτεια του και τις αμυγδαλιές της Αρτεμούλας...

Ανάμεσα στο σωρό, ανάκατες με τετζερέδια, κανάτια και μαχαιροπήρουνα, όλων των λογιών οι εικόνες.

Η Παναγιά η γλυκοφιλούσα με το βρέφος στην αγκαλιά, ο αη Γιώργης πάνω στο άλογό του, ο Χριστός να προσεύχεται στο όρος των ελαιών.

Δυστυχώς μέσα στη λαίλαπα τη ζωής καθώς οι γενιές αλλάζουν βιαστικά και ανυπόμονα σκυτάλη, ούτε οι Άγιοι δεν βρήκαν γωνιά να απαγκιάσουν.

Παρεπιπτόντως νιώθω σαν το χαρτοπαίκτη, που σαρώνει με νευρικές κινήσεις τα κέρδη και τα εξαφανίζει στο βάθος της τσέπης του.

Τα μάτια μου βάζουν στο στόχαστρο τα πορσελάνινα φλιτζάνια, που κάποτε μία αρχόντισσα κυρά σέρβιρε στους καλεσμένους της τσάι, την περίτεχνη ρόκα, το σφοντίλι,τις σαΐτες του αργαλιού,την μπαλάντζα,το καρβούρδιστήρι τα αρελέγια και όλη την πραμάτεια του παλιατζή,λες και θέλω να ταξιδέψω ανάποδα στο χρόνο...

Όλα τούτα τα αντικείμενα κουβαλούν πάνω τους το αποτύπωμα του ανθρώπινου ιδρώτα, τη δεξιοτεχνία των χεριών, τα όνειρα, τα ξενύχτια, και την πολύτιμη σφραγίδα της δημιουργίας.

Μετά πλάκωσε η μόδα, που ξαμολήθηκε στο χώρο και το χρόνο με μορφή και γοητεία σειρήνας, πλάκωσε και η μηχανή που πήρε παραμάζωμα το όνειρο.... και εσύ πουλάς και ξεπουλάς όσο όσο...


Λιάνα Πουρνάρα🌹

Comments


bottom of page