top of page


Πολυτεχνείο
Πως να χορτάσω με το φως έτσι που μένεις άσαλος, κάτω απ' της ερπύστριας τον βρόγχο. Σου πήραν την ανάσα μια στιγμή, που φώναζες υπάρχω. Βοές του κόσμου, κουρνιαχτός βογκούσε ο αγέρας, ο καπνός μας έτσουζε τα μάτια. Τα περιστέρια της αγάπης τρομαγμένα αναζητούσαν λευτεριά. Πως άλλαξε η σκέψη ξαφνικά στα πιο βαθιά μας ένστικτα ο τρόμος αφουγκραζόταν την καρδιά. Ο θάνατος αποσκοπούσε πως θα νικούσε τη χαρά, πως θάκρυβε της λευτεριάς τον ήλιο και την δική σου την ματιά. Μα ζούνε

ΒΑΣΙΛΗΣ ΣΑΜΟΪΛΗΣ
5 hours ago1 min read
bottom of page
