top of page

Γυάλινος πυθμένας🌹

ree

Στεκούμενο ορθό λυγερό και ψηλόλαιμο!

Αφημένο σε ένα τραπέζι αφημένο επάνω σε ένα κομοδίνο, αφημένο πάνω σε ένα καθρέπτη.

Άδειο σαν κουφάρι περιμένει το ανθρώπινο χέρι να το γεμίσει, μια φιάλη διάφανη αντανακλά ολόγυρα το σκηνικό.

Από το παράθυρο τρυπώνουν οι ανταύγειες του ήλιου, εισχωρούν μέσα στην σάρκα του γίνονται πινέλα και ζωγραφίζουν οπτασίες. Όλα τα χρώματα φιγουράρουν από μπροστά του, ανάσα παίρνει από το χείλος του το άγευστο εδώ και από καιρό.

Ένα φίμωτρο πιασμένο να του κλείνει το στόμα για να μην εκπνεύσει μυστικά!

Ένας πυθμένας άδειος χωρίς βυθό, χωρίς ζωή κλεισμένος και καταχωνιασμένος μακριά από τα φτιαχτά εκείνα, που φανερώνουν μια ύπαρξη.

Δίπλα στο καλάθι με τα οπωρικά να μυρίζει και να αφουγκράζεται, όλες τις εποχές του χρόνου.

Γιατί όλοι το ψάχνουν στους καιμούς τους στα γλέντια τους στις λύπες τους.

Αυτό εκεί πάντα θα λαχταρά να ακούσει ιστορίες καθημερινές απλών ανθρώπων, ακόμα να ζήσει μέσα στην φαντασία των παιδιών! Ψάχνει να βρει τόπους μακρινούς μέσα στα πελάγη των ονείρων που θέλουν να αράξουν πάνω σε ένα κομμάτι γη.

Και μέσα του σαλπάρουν πλοία πειρατών με ολάνθιστα πανιά, που ζητάνε ένα ψίχουλο αλήθειας.

Και περνούν μπροστά στα γυάλινα του μάτια μάχες θαλάσσιων κητών, ναυαγοί ξεχασμένοι που ψάχνουν και αυτοί την δική τους σωτηρία. Και όλα ρέουν εύθραυστα μπροστά του. και όταν δακρύζουν τα δυο του μάτια γεμίζει ρωγμές που γίνονται πληγές, και χύνεται η ψυχή του και στάζει στην κόψη του τραπεζιού. Και τεμαχίζει τα όνειρα τις ελπίδες ξεθωριάζουν οι ιστορίες. Σταλαγματιά σταλαγματιά σχηματίζει το ρυάκι των αναστεναγμών, όπως ακριβώς βυθίζεται στα ταξίδια του η σαν μια ήπειρο που φαντάζεται να πάει.

Και μέσα στα αφρώδη κύματα ρουφάει την ενέργεια τους, και όταν χοροπηδά από ευτυχία ξαναζεί την στιγμή την ηρωική να παλεύει με αυτά κάτω από ένα ξάστερο ουρανό! Που μετρά βήματα άπειρα να το οδηγήσουν ξανά πίσω στις ανθρώπινες ιστορίες, στις αφηγήσεις τους, στις απαγγελίες τους, στα τραγούδια τους, στα καθημερινά τους θαύματα! Έλα όμως και που το δικό του άνοιγμα μεταμορφώνεται σε δυο χείλη, και διηγείται τα δικά του που κανείς όμως δεν ακούει.

Ό άνεμος βρίσκει απάγκιο και κάθεται πάνω και τιτιβίζει, τραγούδια ενός απόμακρου δάσους που δεν έχει πάει κανείς ποτέ. Μιλά μια γλώσσα ακαταλαβίστικη κανένα αυτί δεν μπορεί να ανιχνεύσει! Με αργά και συρτά βήματα παρασύρει την φωνή του σε ήχους ανατριχιαστικούς, σαν να καλεί ο χάρος του θανάτου κάθε αφελή. Να πέσει να χαθεί σε γυάλινο φέρετρο κλεισμένος να βαδίζει σε άγνωστα μονοπάτια. Όπως γεννήθηκε μέσα από τα έγκατα της γης, μέσα από τα βάθη της ερήμου ξετρύπωσε μέσα από την άμμο την ψιλόκοκκη σαν τριαντάφυλλο της ερήμου!

Άνοιξε τα πέταλα του να πιεί ότι του δώσουν, να ξεδιψάσει από την ζέστη. Σαν σκόνη σόδας που μεθάει από το άρωμα της και σε κάνει να την θες περισσότερο. Και ο ασβεστόλιθος που χτίζει και γκρεμίζει κάστρα πάνω σε βουνά, και ρέει δίπλα του η αντανάκλαση και διαφαίνεται ο πυθμένας. Λείος σιωπηλός όπου μόνο αν βουτήξεις θα λάβεις θησαυρούς.

Όταν κάηκες μέσα στην πυρά μέσα από το κόκκινο γλωσσίδι, γνώρισες την κόλαση και τον παράδεισο. ένιωσες την θαυμαστή δημιουργία πως η γη σου έδωσε ζωή, πως μέσα από τα σωθικά της πήρες μορφή! Και πως μέσα από το πυρήνα της ξαναγεννήθηκες!

Έτσι και ο άνθρωπος δημιουργία της φύσης μα μόνο μέσα από τον πόνο ξαναγεννιέται! όπως μετά από μια πυρκαγιά σκάνε οι καρποί και η φύση τυλίγεται με την καινούργια ενδυμασία της!

‘Ετσι και αυτό αλλάζει ετικέτα ζωής γράφει την δική του βιογραφία την δική του προέλευση, και περιμένει το χάδι να το αγγίξει για να ξεθυμάνει τα θέλω, τις προσδοκίες, τα όνειρα, τις επιθυμίες.

Αντιγράφει την ψυχή σου παίζει με τις ευαίσθητες χορδές και παράγει στίχους ζωής. σαν θρόισμα φύλλων χαιδεύουν τα αυτιά σου και αφουγκράζεσαι όλους τους ήχους του κόσμου.

Η μοναδική παρηγοριά στον πονεμένο διηγήσε τις ιστορίες της καρδιάς, και αυτό απαλύνει κάθε πόνο διώχνει κάθε δάκρυ και φέρνει το γέλιο την χαρά, αναβλύζοντας δικά του ξεπετάγματα.

Γεμίζει από συννεφιασμένο απόσταγμα και ρουφάς ζωή ξαναγεννιέσαι ξαναγίνεσαι μικρό παιδί, βλέπεις τον κόσμο με άλλα μάτια ότι αγγίζεις το νιώθεις για πρώτη φορά!

Μυρίζεις την φύση νεοφερμένη μακριά από κάθε κακό.

Πίνεις το ποτό των αγνών των άκακων των αβασάνιστων, και μαζί τους χαίρεσαι και ξαναδημιουργείσαι!

Γεμίζει από ελιόφυλλα πλατειά φυλλωμένα και μυρωδάτα, αντιλαμβάνεσαι τον κόπο του δουλευτή βλέπεις σε κάθε σταγόνα τον ιδρώτα του να κολυμπά.

Το δώρο του θεού που λαμβάνουμε το άγιο πνεύμα και εξαγνίζουμε κάθε οδυνηρό συμβάν.

Γευόμαστε την αγωνία του Χριστού γονατισμένος μπροστά του, να τρεφόμαστε από τα δικά του σταγονίδια.

Και το καντήλι να καίει στην γωνιά και η θρυαλλίδα να στέκει σαν στρατιώτης να αφανίζει το κακό, και να κρατά αναμμένη την πύρινη πνοή της και να αφομοιώνει προσευχές.

Να δοξάζει τον πλάστη της που μορφοποιήθηκε και εμφιαλώθηκε μέσα στον γυάλινο πυθμένα.

Δεν αναζητεί αλλού ανάπαυση μόνο στην γυάλινη χεραγκαλιά να συμπορεύονται μέσα από τις καύτρες.

Όλα τα σωθικά καίγονται από την λάμψη του. όταν όμως γεμίζει από το αίμα χριστού τότε θα μεταλάβουμε την αιώνια ζωή μέσα από μια γουλιά.

Τα κλιματόφυλλα χρυσαφίζουν μπρος στον κύκλο φωτός, και μέθη αγάπης σκορπάς παντού.

Ακόμα και στο φέγγος καταλαβαίνεις πόση αξία έχει ο χρυσός που φυλά, ένα κομμάτι κόβει το φεγγάρι και του το κολλά και χρυσαφίζει περισσότερο, και ανταγωνίζεται τα αστέρια πιο έχει μεγαλύτερη αξία το ασήμι η ο χρυσός.

Και όσο το κοιτάς πιο βαθειά σου έρχεται το φρέσκο αεράκι ανάμεσα από τους άμπελους!

Να περπατάς ανάμεσα τους και να παίρνεις κάτι από την λάμψη τους. Και όσο γεμίζει ασταμάτητα τόσο η ζωή θα αλλάζει παραστάσεις, και όλα θα διαδραματίζονται μπροστά στα μάτια σου. Και κάθε ερώτηση θα παίρνει απάντηση. Αγαπάς την ζωή; Όπως ένα μικρό παιδί! Πονάς για τις αμαρτίες σου;

Όσο υπάρχει το καθάριο έλαιο θα ξεπλένομαι και θα ξαναβαπτίζομαι στο όνομα του υιού και του αγίου πνεύματος.

Θα πάψεις να πονάς και να χαμογελάς;

Δεν θα πάψω να ονειρεύομαι και να φτιάχνω ένα κόσμο στα μέτρα μου. Τότε ο γυάλινος πυθμένας γίνεται που και που άμπωτη και πλημμυρίδα, όλα τα κρατά στην χούφτα του τα αναλύει και μετά τα πετά από την μπούκα της γέφυρας του. γιατί αυτή η γέφυρα μας κρατά στην ζωή και σε μια πραγματικότητα που ξεπερνά κάθε ενδεχόμενο, και μας ξαναπλάθει σε καινούργιο εκμαγείο.




Γερασιμούλα Παναγιωτοπούλου 🌹

Comments


bottom of page