Ἡ καλομάνα τῆς Πρωτομαγιᾶς
- ΕΥΑ ΑΡΒΑΝΙΤΗ-ΜΙΧΑΛΟΠΟΥΛΟΥ
- May 8
- 2 min read

Βλαστοί ἐκ κλήματος
και βλαστάρια ἐξ αἵματος
Στὸ πεζούλι τῆς αὐγῆς, «Ἀσημο-θώρητη»,
στεκόσουνα κάθε Πρωτομαγιὰ ἀξημέρωτη,
ἄξια κυρὰ κι ἀρχόντισσα νησιώτισσα,
τῆς Μικρασίας μας, πατρός τε καὶ μητρός, βλαστάρι,
προσμένοντας καλῶς νὰ ροβολήσει
ἡ Αὐτοῦ Μεγαλειότης του, ὁ Μάιος
ὅπως τὸν βάφτισε ὁ Ὀβίδιος.
Στὰ νύχια τῶν ποδιῶν ξεμύτιζες,
τὴ νύμφη Μαῖα θύμιζες,
ποὔδωσε ὄνομά στὸν Μάη,
στ΄ ἀνθοβριθῆ περβόλια κατηφόριζες,
μὲς στοὺς ἀνθόφορτους πορτοκαλεῶνες,
νὰ σ΄ εὕρει ὁ μῆνας,
ἀρωγό στῶν δέντρων τίς ἐλπίδες,
δροσοσταλίδα ἔκλαμπρη,
τοῦ Πίνδαρου ἀνθοστεφάνωτη Σεμέλη.
Ἐκεῖ στὸ θαλερὸ περβόλι μας,
ἀνάσαινε ὅλ' ἡ ἄνοιξη,
τὸ παλιὸ κλῆμα βλάσταινε νωρίς,
κι ἐσὺ χλωρὸ βλαστό,
νιόβγαλτο και στυφό,
ἔσπευδες νὰ μάς κόψεις,
τὸν πικρόξινο χυμό του νὰ πασχάσουμε,
ρώμη καὶ σφρῖγος ν΄ ἀντλήσουμε
ἀπ’ τοῦ ἀνθεσφόρου μῆνα τὴν ἰκμάδα.
Βλαστούς καί ἀμπελόφυλλα πλατιά,
ἄγρια ροδαλά τριαντάφυλλα
ἔφερνες πίσω φορτωμένο τὸ καλάθι,
σὰν κανηφόρος κόρη σὲ γιορτὴ Ἀνθεστηρίων
μὲς στὸν χορὸ ἐκπάγλου κάλλους μυστηρίων.
Ἔκανες τὴν Πρωτομαγιὰ μικρὴ τελετουργία,
μέ στοιχεῖα ἀπὸ ἀρχαία καὶ νέα Λαογραφία,
ἀτάκτως ἐρριμμένα μέσα στό κάνιστρό σου.
Ἔπρεπε σὰν ξυπνήσουν τὰ παιδιά,
καί πρὶν γευτοῦν τὸ πρωινό τους,
νὰ βροῦνε στὸ τραπέζι τους
τὰ σύμβολα καλοτυχιᾶς τοῦ Μάη.
Γλυκὸ τοῦ κουταλιοῦ ἀπ΄ τὰ χεράκια σου,
σερβιρισμένο στ΄ ἄσπρο του πιατάκι,
περίμενε νὰ μᾶς γλυκάνει πρῶτο
γιὰ νἆναι ὁ Μάης ἤδιστος.
Βλαστὸ ἀπὸ τὸ κλῆμα μας
καί ροδανθούς τοῦ Μάη
γιὰ κάθε σου βλαστάρι,
εὐωδιαστά σὰν τὴν καρδιὰ τῆς μάνας.
Καὶ τοῦ πατέρα μας
τὸν κρόταφο κοσμούσε
σὰν γιορτινὴ ροδόχρωμη παντιέρα
εὔοσμον τριαντάφυλλο μαγιάτικο.
Πλημμύριζε τὸ αἷμα μας
ἀπ΄ τόν βλαστό χυμούς ζωντάνιας
και ἡ ζωή μας μύριζε ἀγιόκλημα και ρόδο,
ἦταν ὁ Μάης μας γλυκὸς καὶ τριανταφυλλένιος.
Πέρασαν χρόνια δίσεκτα
καὶ τὸ παράδειγμα της,
στὶς ἐθιμικές μου μνῆμες τυπωμένο,
ν ' ἀκολουθήσω ἀποπειράθηκα.
Προσπάθησα ἡ καλή,
μὰ δὲν τὰ ταίριαξα ποτές∙
πότε μοῦ ἔλειπε ὁ βλαστός,
πότε τὸ ρόδο τὸ μαγιάτικο
καὶ φέτος πιὸ πολὺ ξεμάκρυνα,
μονάχα τὸ γλυκὸ δοκίμασα,
ἔτσι γιὰ νὰ κρατῶ ἀσύρματη ἐπικοινωνία
μὲ τὸν ἀνέσπερο οὐρανό της,
στὸν οὐρανίσκο μου τὴν ἀξεπέραστη
τῆς πεθυμιᾶς της γεύση.
Ἂχ Μάνα τῆς Πρωτομαγιᾶς,
κάθε ποὺ ὁ Μάης ξεπροβάλει
ψηλὰ στὸ εἰκονοστάσι τῆς ψυχῆς
μαζὶ μὲ τὴν ἀγέρωχη μορφή σου
φυλάω ἕνα ρόδο τοῦ Μαγιοῦ
κι ἕνα βλαστὸ κληματαριᾶς
γιὰ ν΄ ἀνασταίνω ἀνθηρή τὴ θύμησή σου
μές ἀπ΄ τῆς μνήμης μου τὸ μνῆμα.
6.5.25
Εὔα Ἀρβανίτη Μιχαλοπούλου
Γλωσσάρι
Ἀσημοθώρητη, σύνθετη λέξη, προϊόν λεξιπλασίας: [<Ἀσήμω, τό ὄνομα τῆς μητέρας + θωρώ], αὐτή πού ἔχει ἀσημένια θωριά.
Πασχάζω: τρώω ὅπως τὸ Πάσχα, διακόπτοντας τη νηστεία.
Εὔα Ἀρβανίτη Μιχαλοπούλου 🌹
Comments