Στο άγγιγμα της αυγής,
τα χρώματα ξυπνούσαν σιγά-σιγά,
κι εγώ μάζευα τις σκέψεις
σαν λουλούδια.
Η γη ανέπνεε με μια νέα ζωή,
οι ήχοι του κόσμου φανερώνονταν,
και η ψυχή μου ταξίδευε σε ανοιχτούς
ορίζοντες.
Τα δέντρα ψιθύριζαν μυστικά,
όσα μόνο ο άνεμος μπορούσε να κλέψει,
κι η αύρα χάιδευε τα όνειρα,
καθώς το φως έδινε υπόσχεση ζεστασιάς.
Ένα ποτάμι κυλούσε ακούραστα,
κουβαλώντας μνήμες μακρινών τόπων,
τα νερά του τραγουδούσαν για χαρές,
μα και λύπες που ποτέ δεν ξεχνιούνται.
Κάθε σταγόνα πρωινής δροσοσταλιάς,
φώτιζε το πρόσωπο της γης,
κι εγώ παρακολουθούσα εκστατικά,
την αρμονία της ζωής να ξεδιπλώνεται.
Τα λουλούδια άνοιγαν τα πέταλά τους,
σαν καρδιές που ανυπομονούν να αγαπήσουν,
και οι μέλισσες έγραφαν ιστορίες,
πάνω στα χρυσαφένια μονοπάτια του ήλιου.
Κάθε αστέρι που έσβηνε στον ουρανό,
άφηνε πίσω του ψίθυρους αθανασίας,
σαν να έλεγε πως κάθε αυγή,
είναι μια γιορτή της ίδιας της ζωής.
Κι εγώ, κομμάτι αυτού του ονείρου,
έβρισκα στις σκιές μια κρυφή σοφία,
να μου θυμίζει πως οι στιγμές,
είναι πολύτιμοι θησαυροί της ύπαρξης.
Λευτέρης Ελευθερίου
Comments