
Στο ορίζοντα δεσπόζει η Ιθάκη μου του χειμώνα τελευταίες μέρες και η θάλασσά μου οργισμένη.
Οργισμένα και τα πανιά που μάταια
ο κουρασμένος από τα γερατειά Αίολος προσπαθεί να σπρώξει και τα κουπιά φθαρμένα της αρμύρας σαπόξυλα και μόνη ελπίδα του Ποσειδώνα το έλεος μήπως και δώσει να φτάσουμε στο νησί.
Με ρώτησες το όνομα μου
δεν θυμάμαι να σου αποκρίθηκα
γιατί η λήθη των καιρών
μου πήρε τη μνήμη
απ το ταξίδι στη λησμονιά
και χάθηκα στα πέλαγα.
Το μόνο που μου απέμεινε
είναι η μορφή και το σχήμα
του προσώπου σου
και η βραχνή από τη θάλασσα φωνή σου
ήχος που δονεί ακόμη στο είναι μου
θύμισες από τα παλιά ταξίδια μας
που τόσα τρόπαια και δώρα
ακούμπησα στα πόδια σου.
Φώναξα το όνομά σου στην ακτή
μα δεν σε άγγιξε ο ήχος
και έτσι παρακάλεσα το θεό της σιωπής
να σώσει σχήμα στα λόγια μου
να με κοιτάξεις που στέκομαι στη πλώρη
κρατώντας το λευκό πανί
που έταξα πως νικητής θα έλθω.
Το όνομά μου δεν είναι τίποτε σπουδαίο.
Οι άλλοι με φωνάζουν Κανένα.
Μάκης Λουκέρης 🫂
Comentarios