top of page

ΤΑ ΒΟΤΣΑΛΑ ΣΤΗΝ ΛΙΜΝΗ ΤΗΣ



Ήρεμη ήταν η ζωή της χωρίς να ταράζεται από εντάσεις και συγκρούσεις.

Μία απόκοσμη γαλήνη που δεν υπήρχε θόρυβος πουθενά.


Μόνο η φασαρία της πόλης ήταν αυτή που τρυπούσε αυτή την ηρεμία και δεν ήταν αυτό που ήταν το ζητούμενο της.

Τίποτα συνταρακτικό που να δείχνει τι θα ακολουθήσει. Η μία μέρα διαδέχονταν την άλλη και οι νύχτες όλες ίδιες.

Τα τυπικά της ημέρας και τα σταθερά της νύχτας.


Εκεί στις τάσεις της φυγής από την καθημερινότητα υπήρχαν οι φίλοι, που ήταν μία ευχάριστη ανάπαυλα για να ξεφύγει από την ρουτίνα.

Κάποιες φορές κανόνιζαν έξοδο για να βγούνε και να περάσουν λίγες ώρες μαζί. Ήρεμος μέσα στην παρέα χωρίς να δίνει αφορμές και δικαιώματα ήταν εκείνος, παρών παρακολουθώντας.


Ποτέ δεν πήγε το μυαλό της πως εκείνος παρατηρούσε και αφουγκράζονταν τα πάντα.

Δεν της απηύθυνε καν το λόγο και σπάνια της μιλούσε.

Κουβέντες, φωνές, γέλια, φασαρία, ποτό και μουσική με την παρέα. Εκείνος λιγομίλητος και πάντα παρατηρητικός ήταν κάτι σαν την σκιά της. Ήταν σαν να τον κάλυπτε ένα πέπλο μυστηρίου. Ενώ ήταν εκεί δεν έκανε αισθητή την παρουσία του. Σαν να είχε έναν φύλακα άγγελο δίπλα της που την πρόσεχε με απόλυτη προσοχή.


Βυθίζονταν στην σιωπή και έβλεπε γύρω την παρέα να μιλάει και να κάνει ατελείωτες συζητήσεις. Μερικές φορές αστεία και γέλια, όπως συμβαίνει συνήθως στις παρέες. Άλλες φορές έπιαναν τις πιο βαθυστόχαστες συζητήσεις για την ζωή, τον κόσμο, την αγάπη και οτιδήποτε θα μπορούσε να συζητηθεί ανάμεσα σε φίλους. Άκουγε και πρόσεχε τις αντιδράσεις και την συμπεριφορά της.


Τον γοήτευε ο χαρακτήρας της. Ήταν διαφορετική και ιδιαίτερη μέσα στην παρέα. Πνευματώδης, με χιούμορ, κοινωνική, ευαίσθητη, ευγενική και ρομαντική κάτι σπάνιο για την σημερινή εποχή. Τον μάγευε η αύρα της και τον σαγήνευε. Τον τραβούσε ολοένα και περισσότερο κοντά της, ένας αδιόρατος μαγνήτης. Ένα ένστικτο τον έκανε να την αποζητά και να την απολαμβάνει... Εκείνη που δεν γνώριζε τίποτα και όμως εκείνος θα μπορούσε να της πραγματοποιήσει την κάθε ευχή...την κάθε επιθυμία, που για εκείνον θα ήταν σαν διαταγή.


Άρχισαν σταδιακά να ανταλλάσσουν απόψεις και να έρχονται πιο κοντά. Ήταν σαν να ήρθε κάποιος και έριχνε βότσαλα στην λίμνη της. Άρχισε να χαίρεται πια κάθε φορά που η παρέα κανόνιζε για μία έξοδο. Εκεί που ήταν αναποφάσιστη όταν την έπαιρναν τηλέφωνο για να βγούνε και απαντούσε διστακτικά, τώρα απαντούσε θετικά από την αρχή.


Είχε ταράξει τα νερά της η παρουσία του και δεν την άφηνε αδιάφορη. Πάντα βέβαια χωρίς να δίνουν στόχο στην παρέα για τους προφανείς λόγους και εννοείται ότι δεν προσπαθούσε από την πλευρά της, να μην καταλάβει κάτι εκείνος για τα αισθήματα της. Αν δεν πήγαινε καλά το μεταξύ τους θα ήταν πλήγμα για την παρέα.


Μέχρι που εκείνος αποφάσισε να μην αφήσει άλλο χρόνο να περάσει.

Ήταν αποφασισμένος να κάνει το πρώτο βήμα για να την κερδίσει.

Την ήθελε αποκλειστικά δική του, χωρίς να την περιτριγυρίζουν άλλοι.

Ένα απόγευμα πήγε έξω από το σπίτι της με ένα μπουκέτο κατακόκκινα τριαντάφυλλα σαν το πάθος και τον πόθο του, για εκείνη που του έκαιγε τα σωθικά.


Χτύπησε με επιμονή το κουδούνι και σε λίγα λεπτά ακούστηκε η γλυκιά φωνή της στο θυροτηλέφωνο.


Μόλις τον ρώτησε ποιός ήταν, σκέφτηκε να φύγει. Αν πάλι έφευγε τότε θα έχανε άλλη μία ευκαιρία. Αποφάσισε να της απαντήσει λέγοντας το όνομα του…



Στέλλα Παζάλου

Comments


bottom of page