
Περασμένα μεσάνυχτα
ο νους δεν λέει να μερώσει...
οι πόνοι της αφόρητοι δεν τον αφήνουν
της λιώνουν σώμα και ψυχή.
Συλλογιέται τα περασμένα μεγαλεία πονάει ακόμα πιο πολύ
Τώρα
ξεροβόρια... χιόνια σκεπάσαν
τη νιότη της ...
έσβησαν τα όνειρά της κι
όλα τα ανείπωτα λόγια της
σιγοκαίγεται η ζωή της ....
Απελπισμένη πνίγεται και
κλαίει στην ερημιά της.
Αχ,
ρίγη δυνατά της τραντάζουν τη καρδιά της ...
να μπορούσε ...
να ξαναζήσει ...
μια στερνή της πεθυμιά....
να τραγουδήσει...
για στερνή φορά.
Η ματιά της αστράφτει ξαφνικά..
Ενα αχνό χαμόγελο ζωγραφίζεται
στα σαρκώδη χείλη της..
σηκώνεται όρθια ..
ξεπλέκει τη κοτσίδα των μαλλιών της.
Κοιτάζει το γερασμένο πρόσωπό της στον καθρέφτη
χαϊδεύει απαλά τα ισχνά χλωμά μάγουλά της...
Ανοίγει τη ντουλάπα της και
παίρνει το αγαπημένο της λευκό δαντελένιο φαντεζί φόρεμα
εκείνο που φορούσε όταν μεσουρανούσε ...
Λικνίζοντας το λεπτό φιδίσιο της κορμί τραγουδώντας στο πάλκο κι
ο κόσμος τη χειροκροτούσε ...
ιστορίες, μεγαλεία...
Η ανάσα της χαμηλώνει
η καρδιά της σκιρτά...
βιάζεται να πετάξει
σαν πουλί η ψυχή της
μα δεν την αφήνει η στερνή
της πεθυμιά
Θέλει να τραγουδήσει
για τελευταία της φορά.
Ντύνεται αργά αργά
λίγο ρουζ στα μάγουλά της...
κόκκινο κραγιόν στα χείλη της ξεπλένει
τα μαλλιά της και
φορεί το φαντεζί φόρεμα της...έφτιαξαν το κέφι της ...
Έξω φυσάει δροσερό αγέρι...
αυτή μοιάζει σαν οπτασία ..
να τρέχει...
Αγέρωχη λες και
είναι κάποια άλλη ..
φτάνει στο μαγαζί
στο παλιό της στέκι.
Προχωράει ανάμεσα στον κόσμο
με κείνη τη φλόγα στη ματιά της
ανεβαίνει στο πάλκο.
Η ορχήστρα την αναγνωρίζει...
την καλώς ορίζει με χαρά.
Ένα τραγούδι μου...
θα σας πω απόψε...
που πολύ αγαπώ...
το λαχταρά διακαώς η ψυχή μου...
Μεγάλη μας τιμή και
Χαρά της απαντούν...
Η φωνή της ζωντανή... φλογερή.
τα μάτια της δυο κάρβουνα αναμμένα πετούν φλόγες.
Πιάνει το μικρόφωνο με λατρεία
και το φιλά τρυφερά.
ανοίγει τα χέρια της
μια τεράστια αγκαλιά στον κόσμο
με χαμόγελα τους στέλνει...
τα φιλιά της.
αρχίζοντας να τραγουδά:
"στα μονοπάτια της αγάπης...
σαν διαβαίνει η καρδιά
τα χνάρια της ακολουθεί...
στ' απόκρυφα στενάρια της
του Έρωτα τις ηδονές και
τις χαρές να ζήσει..
μες του μυαλού... τη κατηφόρα
η ευτυχία... κυλάει με φορά".
Ο κόσμος τη χειροκροτεί κι
όρθιοι οι μουσικοί υποκλίνονται μπροστά της...
Τα μάτια της θάλασσες τρικυμισμένες
από δάκρυα χαράς.
Τη κερνούν ένα ποτήρι κόκκινο κρασί
το σηκώνει ψηλά με το αδύνατο λεπτό χέρι της και
εύχεται στην υγεία όλων
πίνοντας μια γουλιά .
Με αργά βήματα τούς ευχαριστεί και
καληνυχτίζει τρισευτυχισμένη...
Επιστρέφει στο σπίτι της και ξαπλώνει όπως είναι ντυμένη στο κρεβάτι της απόλυτα ήρεμη.
Την ψυχή της γαλήνια τώρα
αφήνει να πετάξει...
για τ ' ουρανού τη γειτονιά...
με την εκπλήρωση της στερνής πεθυμιάς της .
Comments