top of page

Στα ρηχά νερά του ποταμού σου

Στις όχθες του ποταμού σου κάθισα και έκλαψα με μαύρο δάκρυ. Τόσο που ανέβηκε η στάθμη από τα ρηχά σου τα νερά.

Κι όσο συνέχιζε το δάκρυ να ανεβαίνει, εσύ ξεχείλιζες βούρκο βρομερό και έπνιγες τα μικρά απελπισμένα μου αντίο.

Με σμήνη εντόμων που διψούσαν για αίμα, έμοιαζαν οι λέξεις που άρθρωνε η γλώσσα σου, που ήρθαν να με στραγγίξουν σαν ιπτάμενα βαμπίρ από το πουθενά.

Θυμάμαι πως έψαχνα η καημένη για ασπίδα προστασίας πίσω από τις καλαμιές των υποσχέσεων, που είχαν ξεραθεί πια στο πέρασμα του χρόνου.

Ήλπιζα να πιάσει μια βροχή για να ξεπλύνει αυτήν την ασχήμια.

Αλλά τα θαύματα φανερώνονται μόνο σε αυτούς που πιστεύουν κι εγώ είχα πάψει χρόνια να πιστεύω στο θαύμα της αγάπης.

Comments


bottom of page