Μες στο σκοτάδι πλέκουμε όνειρα,
μάταια φτερουγίσματα σε άδειες νύχτες.
Κι οι λέξεις, σαν αστραπές,
λάμπουν, μα δεν ζεσταίνουν.
Τα λόγια μας πέφτουν σαν φύλλα,
ελαφριά, αδύναμα,
χωρίς να βρίσκουν χώμα να ριζώσουν.
Υποσχέσεις, γέφυρες φτιαγμένες από καπνό.
Κι όμως, οι καρδιές μας ακόμα ψάχνουν,
μες στους λαβυρίνθους των σχέσεων,
μια σπίθα αληθινή,
ένα χέρι να κρατήσει το δικό μας
χωρίς να το λιγοψυχήσει.
Μας βαραίνει το «εγώ» που υψώσαμε,
μας γκρεμίζει το «εμείς» που φοβηθήκαμε.
Και περνάμε, διαβατάρικα πουλιά,
σε έναν κόσμο που δεν ανήκει πια
ούτε στη γη, ούτε στον ουρανό.
Άνθρωπε, ποτάμι γεμάτο ρεύματα,
όσο κι αν σπαρταράς, χάραξε δρόμο.
Μην αφήνεις την απελπισία
να γίνει η θάλασσά σου.
Πράξε. Μίλα με έργα,
άπλωσε τις ρίζες σου στο τώρα.
Κι ίσως, σε μια γωνιά του κόσμου,
ένας άλλος, σαν εσένα,
να θυμηθεί πώς είναι να αγαπάς
χωρίς όρους, χωρίς φόβο.
Μέσα απ’ τη στάχτη,
γεννιέται η φωτιά.
Λευτέρης Ελευθερίου
留言