top of page

ΣΑΝ ΠΟΙΗΜΑ


Παρθενία του ωκεανού,

μοναδικό μυθικό πλάσμα, πνοή στίχου.

Γοργόνα ζωντανή, σμαραγδένιων χρωμάτων κορμί.

Λαθρεπιβάτιδα χρόνων,

ρυτίδων δερματοστιξία,

κατρακυλά στα βάθη από μπράτσο κουρασμένου ναυτικού.

Φολίδες χρυσοπράσινες ταράζουν τη θάλασσα.

Ο ήλιος κρύβεται, το σκάει με τους γλάρους.

Ζει ο βασιλιάς Αλέξανδρος;

ρωτά η καλλονή και

ξεδιψά Σάββατο μεσάνυχτα με αθάνατο νερό.

Χαίρεται,

πιάνει τη λύρα η πρωτοκόρη η Δερκετώ,

θεοί και θάλασσα ένα, τραγούδι μαγεμένο υμνούν.

Δίας και Ποσειδώνας σε κοινή επιθυμία,

η νύμφη του βυθού η ξελογιάστρα αστράφτει στο φεγγάρι.

Κι εκείνος αταξίδευτος, χτενίζει με ρίμες τα μαλλιά της,

παράλληλα στο κύμα, κύματα ξανθά ξεμπλέκει.

Με της απουσίας τη χτένα ματώνει το χέρι.

Το ακατοίκητο σπίτι της.

Κοιτά πώς το σκάει, την ακούει τη σειρήνα,

μια το γυμνό σώμα λουσμένο στο φως,

μια τη φολιδωτή ουρά που όλο ξεμακραίνει.

Ποίημα μοιάζει, που μέσα του κρατά όλη την αγάπη του,

τα γυμνά της στήθη παιδεύουν τις στροφές του με λαγνεία.

Νότες ντυμένη κόρη, πλώρη και στεριά.

Παρθενία του ωκεανού.

Τραγούδα.


...

Σοφία Π. Σαμόλη

Συλλογή: "Κόκκινα Εκουαδόρ"

Εκδόσεις Ανάτυπο




留言


bottom of page