Όνειρα μαζεύεις, σε χρυσό πουγγί
τα στοιβάζεις.
Με αγάπη τα ταΐζεις
κι ελπίδα ,να θεριέψουν, να γιγαντωθούν
ζωή να πάρουν μια μέρα.
Προσδοκίες τρέφεις για στιγμές φωτεινές,
λουσμένες από του ήλιου τις αχτίδες.
Οραματισμοί πλημμυρίζουν το είναι σου,
ωθώντας το σε διαδρομές του αύριο.
Κι ενώ η ύπαρξή σου πορεύεται
στης ζωής τη μακρινή τη στράτα,
βουλιάζεις στης συνήθειας τα Βαλτόνερα.
Χάνεσαι!
Ξαφνικά αρχίζεις να κεντάς και πάλι
προσδοκίες ,να σε οδηγήσουν σε νέους προορισμούς.
Ξεστρατίζει η σκέψη, με ολόχρυσο πανί
τυλιγμένη, στήνοντας τρελό χορό
στης νύχτας τη σιγαλιά.
Τις προσδοκίες σου φόρα κατάσαρκα
φτερά άνοιξε για νέο, ανέφελο ουρανό.
Comments