top of page

Ο πύργος από τα μάτια του κοριτσιού

Writer's picture: ΡΟΥΛΑ ΣΥΓΓΟΥΝΑΡΟΥΛΑ ΣΥΓΓΟΥΝΑ

Κι εσύ θ’ αγαπούσες αυτόν τον πύργο.

Αδιαμφισβήτητα.

Μόλις πέρασα το κατώφλι μεταμορφώθηκα σε πριγκίπισσα. Έτρεχα στους διάδρομους και τα δωμάτια, τραγουδούσα και χόρευα, πότε με την ηχώ να συνοδεύει τις μελωδίες μου και πότε σιγομουρμουρίζοντας σκοπούς εμπνευσμένους απ’ το τίποτα. Θυμάμαι… ανυπομονούσα για εκείνη την εκδρομή.

Ο πατέρας μου μού είχε υποσχεθεί πως αυτός ο περίπατος θα μου έμενε αξέχαστος και όντως…!

Μετά από αρκετή ώρα οδήγησης, φτάσαμε σ’ ένα μέρος απόκοσμα μαγικό.

Γύρω μας υπήρχαν μόνο ψηλά, καφέ, λυγερόκορμα δέντρα μ’ ανέμελα κλαδιά που τ’ ανέμιζε ο αέρας.

Όσο κι αν τα κουνούσε όμως δεν κατάφερνε να τα ξακρίσει για να φανεί το γαλάζιο τα’ ουρανού.

Ένας ψίθυρος έφτασε στην καρδιά μου κι ευθύς ένιωσα πως ανήκα ανέκαθεν ανάμεσά τους, με καλωσόριζαν.

Κατέβηκα από το αυτοκίνητο και ανηφόρισα στην πλαγιά του βουνού, σαν αγρίμι που το καταδιώκουν∙ πίσω δεν κοίταξα. Ήξερα τι έψαχνα. Εκείνο το κάστρο.

Τον προορισμό της εκδρομής μας.

Ο μπαμπάς μου είχε βρει καταφύγιο στην αγκαλιά του μια νύχτα που ο άνεμος λυσσομανούσε.

Τι γύρευε στο πουθενά μονάχος ποτέ δεν έμαθα.

Με τη μαγεία που άφησαν οι λέξεις του στα χέρια μου, τρύπωσα μέσα. Παρά τους μονότονους γκριζωπούς τοίχους, με τις σκιές που το έκαναν να μοιάζει στοιχειωμένο απ’ τα χρόνια και την καχυποψία των ψυχών που κάποτε έζησαν εκεί, μια θαλπωρή ζέστανε την καρδιά μου λες κι αυτό ήταν το σπίτι μου.

Λες και σε μια άλλη ζωή, μακρινή και ξεχασμένη το δωμάτιο που βρισκόταν στη κορυφή της σκάλας, ήταν το δικό μου υπνοδωμάτιο. Ανέβηκα τα σκαλοπάτια δειλά. Ήθελα να φτάσω στην κορυφή και να δω τον κόσμο ν’ απλώνεται σαν χαλί στα πόδια μου.

Στο τελευταίο πάτημα όμως με περίμενε μια έκπληξη...

Με υποδέχθηκαν χαρούμενα τιτιβίσματα.

Απ’ την ώρα που φτάσαμε δεν είχα δει κανένα άγριο ζώο ούτε πουλί και να σου τώρα μπροστά μου τρία χελιδόνια. Το ένα στεκόταν στο παράθυρο.

Βιάστηκα να το πλησιάσω, να το φτάσω, να το αγγίξω, να το χαϊδέψω…

Άπλωσα το χέρι μου όμως ο ενθουσιασμός μου το τρόμαξε. Φτερούγισε μακριά. Δεν έφυγε… Πετούσε ολόγυρα από κάποια απόσταση κοιτώντας προς το μέρος μου με την ίδια έκπληξη που κοιτούσα κι εγώ εκείνο. Έφτασα στην άκρη της σαθρής βεράντας. Τεντώθηκα… λίγο ακόμα και θα το έφτανα …

Comments


bottom of page