Περιπλανιέμαι στα νησιά των γαλάζιων ηφαιστείων.
Τα μάτια μου παγιδεύονται στο λευκό
μα ξαποσταίνουν στην κυανή σκιά του.
Ταξιδεύω με ζαλισμένη βάρκα, ονειροπαρμένη.
Αφήνομαι στο χάδι της αρμύρας,
στο σφύριγμα των αέρηδων.
Μπλεγμένα τα δίχτυα στην φραγκοσυκιά
σελαγίζουν βότσαλα και αλαφρόπετρες.
Ξεριζωμένα αρμυρίκια
σμιλεμένα από μελτέμι κι αλάτι
μου αλλάζουνε τη ρότα.
Σηκώνω το βλέμμα.
Στοιχειωμένα ξωκλήσια
με θαμπώνουν με φως αδυσώπητο.
Τις νύχτες αφουγκράζομαι τις φτερωτές
καθώς ανεμόμυλοι αλέθουνε το χρόνο, τρίζοντας .
Τα πρωινά στα ακρογιάλια του πόθου,
ατενίζω την αιωνιότητα
καθώς κορμιά γυμνά, κρυμμένα στο χώμα,
φτιαγμένα λες από θεούς, γεννούν έρωτες.
Comments