top of page

Μάνα και Πατέρα θυμόμαστε

Αθανάσιος Νασιόπουλος

Μάνα και πατέρα,

γκρίζος ήταν ο ουρανός, πολύ γκρίζος, καπνισμένος,

ο ορίζοντας μια μαύρη ζώνη

να σφίγγει στο λαιμό την οικουμένη.

Καψαλισμένη η φλούδα της γης

από του φασισμού τη λύσσα, τη φωτιά και το τσεκούρι,

φρύγανα οι λειμώνες από την πυρωμένη του μπότα,

η νύχτα βαριά, πιο μαύρη απ’ το σκοτάδι, στοιχειωμένη.


Μάνα και πατέρα,

ρυτιδωμένοι από τις στερήσεις και τις έγνοιες,

σαν από ατσάλι φτιαγμένοι πήρατε τα βουνά,

αναμμένοι της ψυχής οι πυρσοί,

το βλέμμα σας πυγολαμπίδα να φωτίζει το χώμα

μη σκοντάψετε στους νεκρούς συντρόφους κι αργήστε,

η φλόγα σας έσπρωχνε πάνω από το πεπρωμένο,

οργισμένοι της αδικίας κι ορκισμένοι για Λευτεριά,

στα πέτρινα των προγόνων τα κάστρα πρώτοι να μπείτε.


Μάνα και πατέρα,

δυνατές στον αέρα οι κραυγές

να ξυπνήσει κι ο Ρήγας κι ο Διγενής,

με καριοφίλια και τουφεκιές σημαδέψατε το σκοτάδι,

οι Μοίρες χάσανε το λογαριασμό από το θάνατο,

σκάψατε το χώμα με τα χέρια γεμάτα πληγές,

ανάλαφρο να σκεπάσει τους αδελφούς,

κάθε δάκρυ και πόνος πήχης στης Λευτεριάς το υφάδι.

Με τις λόγχες χαράξατε τον ουρανό,

να σμίξει πάλι με το γαλάζιο της θάλασσας κάθε αυγή

και κάθε δείλι με της αγάπης τα χρώματα να βαφεί.


Μάνα και πατέρα,

διπλά σκληρός ο αγώνας ο τίμιος, οι ουλές διπλές,

αμφίστομος πέλεκυς του εχθρού το σπαθί,

νύχτα στοιχειωμένη από δωσίλογους, καταδότες και δήμιους,

μαυραγορίτες και θερσίτες, νυχτάλωπες υποκριτές,

των Μήδων προσκυνητές.

Πιο κοφτερό από του εχθρού το μαχαίρι που κρατούσαν

κάτω από το μαύρο φακιόλι της σκλαβιάς,

για του τομαριού τους το μέλλον γρηγορούσαν.

Μάνα και πατέρα ,

από Πίνδο και Κλεισούρα, στα Καλάβρυτα και στο Δίστομο,

τις ίδιες πέτρες ποτίσατε με αίμα,

αυτές που στρογγύλεψαν οι παππούδες με τσεκούρι κ’ ιδρώτα,

για λίγο ψωμί, για λίγο λάδι και κρασί

στης φαμίλιας το γεύμα.

Ποτάμι το αίμα, τύραννους και φασίστες έπνιξε,

σκουπίδια στους καιάδες της λησμοσύνης τους έταξε.


Μάνα και πατέρα,

σηκώσατε στους ώμους της ιστορίας τα σκοτάδια,

αποκαμωμένοι μα ξαναβάλατε τον ήλιο σε τροχιά,

στεντόρεια μας φωνάξατε ποτέ πια φασισμός,

για να το ακούει στους αιώνες των αιώνων το μέλλον.

Προξενέψατε τη Λευτεριά να ζευγαρώσει με τους λαούς,

την Ειρήνη να βασιλέψει στη οικουμένη.

Φωνάξατε τους ποιητές να ξαναπάρουν την πένα,

να γράψουν πάλι, να ξαναψάλλουν τον έρωτα,

να πουν την αλήθεια,

να ξορκίσουν τη φενάκη και το ψέμα.

Comments


bottom of page