top of page

Ιούνης μήνας 💦


Ιούνης μήνας στην αρχή του, έσκασαν σαραντάρια, έσφιξαν οι ζέστες πύρωσαν οι δρόμοι, πύρωσαν τα τσιμέντα,

πύρωσαν οι ανάσες μας, πύρωσαν και τα μυαλά μας και μας έπιασε μία φούντωση μία τρέλα..

Θάλασσα είπαμε εν χορώ, με μεγαλύτερη λαχτάρα και απελπισία από εκείνο το

< θάλαττα θάλαττα> των μυρίων.

Θαλασσούλα, να δροσιστούμε, να γλιτώσουμε από το καμίνι, και να ανάσανουμε... ..

Έλα ντε.!!!. όταν επιτέλους φτάσαμε..στην αμμουδιά ξεγλωσσασμένοι, μπαϊλντισμένοι και κορακιασμένοι...

Πέσαμε πάνω στη μισή Αθήνα σε διαδήλωση.

Βούλιαξε η άμμος από μαμάδες, γιαγιάδες παιδιά, κουβαδάκια καπελάκια ψαθάκια φακιόλια παρεό.

Και τάπερ με κεφτεδάκια.

Ευκολότερα κέρδιζες το λόττο και το λαχείο παρά τύχαινες άδεια θέση στην παραλία.

Σε μία εύνοια της τύχης, πετύχαμε δύο άδειες ξαπλώστρες στο κέντρο του καταυλισμού, με τα παιδιά να περισσεύουν και να κλαψουρίζουν φρακαρισμένα ανάμεσα στην ξεπλώστρα μας και την ξαπλώστρα του διπλανού, που αφού σιχτίρισε στα μουλωχτά αγρίεψε το μάτι του στα φανερά..... κάνοντας σαφές το μήνυμα.

Τα παιδιά σκέτος εφιάλτης, αφού σαβουρώσανε όλες τις προμήθειες στη διαδρομή, πατατάκια, γαριδάκια, μπισκότα και όλα τα σχετικά αφού καταστράγγιξαν όλα τα πλαστικά μπουκάλια απο νερό και αναψυκτικά, άρχισαν να κλαψουρίζουν για νερό και οι τσιρίδες τους δεν άφηναν περιθώριο, ή θα μας πλάκωναν οι διπλανοί η θα καταπλάκωναν οι δημοσιογράφοι να καταγράψουν το θέαμα.

Μοναδική λύση καταφτάνει παραγγελία με νερά αναψυκτικά και όλα τα συναφή, και κλαίω απαρηγόρητη το μισό μου μηνιάτικο στο σύνολο του λογαριασμού.

Ο πατέρας τους στη διπλανή ξαπλώστρα, μακάριος Βούδας, βουτηγμένος στην εφημερίδα του και την κοσμάρα του.

Λες να παντρεύτηκα βαρήκοο κωφό και τυφλό και να μην το πήρα χαμπάρι;

Λες να παντρεύτηκα τον ίδιο το Βούδα ή ένα αναίσθητο γομάρι και να το σέρνω μια ζωή σαν ισόβια καταδίκη;

Και τότε ξαφνικά με έπιασε μία υστερία, να θέλω να βουτήξω στη θάλασσα να πνιγώ, έτσι κι αλλιώς ευκολάκι,από μπάνιο στον πάτο πάω, αλλά με σοκάρει η εκδοχή να θάψω τα νιάτα μου στην κατρολακούβα, που ξαλάφρωσε στα μουλωχτά το μισό λεκανοπέδιο, και στα φανερά όλα τα πιτσιρίκια και τα κατοικίδια...

και κύριος οίδε πόσοι άλλοι...

Αν με ρωτάτε, θα ήθελα να πνιγώ ή να καταπιώ μια φούχτα χάπια και να ξεραθώ στην ξαπλώστρα, που την πλήρωσα σαν διπλό κρεβάτι σε πεντάστερο..., αλλά και εδώ τζίφος!!!

Οι τσιρίδες από τα βλαστάρια μου και νεκρούς ανασταίνουν.

Ο πατέρας τους δίπλα επιμένει στη μακαριότητά του.

Αρνούμαι να σηκωθώ από την ξαπλώστρα να βογγήξω μέχρι να φτάσω στο νερό... και κατά πόδας να με ακολουθούν τα τρυφερούδια μου, με κλαυθμούς και αλαλαγμούς και να απαιτούν, μπρατσάκια, κουβαδάκια, κουλούρες αντηλιακά και παρεμπιπτόντως το τάπερ

με τα κεφτεδάκια της γιαγιάς.

Μεταξύ μας σας ανοίγω την καρδιά μου, και μην σας ξεφύγει και με

μπουζουριάσουν, πολλές φορές σκέφτομαι, η άρρωστη, τον Ηρώδη

Μαμά,

πεινάμε, μαμά διψάμε, μαμά

καιγόμαστε, μπλιάχ τί αηδία θάλασσα είναι αυτή, μαμά ,πού θα παίξουμε με τα κουβαδάκια μας;

Έλα ντε χιλιοστό δεν υπάρχει...

Δεν υπάρχει και χιλιοστό υπομονής, μου τέλεψε όλη!!! Τέλος...

Κατάκοποι ,μισοψημένοι, μπαϊλντισμένοι κορακιασμένοι, με τις τσέπες ανάποδα νερό γιοκ, πήραμε το δρόμο του γυρισμού..

Στριμωχτήκαμε στο φιατάκι ανάμεσα στα κουβαδάκια τις κουλούρες και τα μπρατσάκια και αρχίσαμε να τραγουδάμε εν χορώ.

Τα περάσαμε όμορφα όμορφα όμορφα!!!

Εσείς;


Λιάνα Πουρνάρα🌹

Comments


bottom of page