Αφιερωμένο στην Εύα της καρδιάς μου,που με ενέπνευσε να γράψω αυτό το διήγημα.
Άγρυπνη κι αυτή η νύχτα, σαν νοτούρνο κύλησε αργόσυρτα για τη Νεφέλη.
Κάτω από το ασημένιο φως της Σελάνας, όπως τρύπωνε στο παραθύρι της,κούρνιασε στην αγκαλιά της όλα τ´αστέρια απο τον αργαλειό του ουρανού.

Στων Αγγέλων τη νύχτα, τραγουδούσε τα στιχάκια της κι έτρεχε ο λογισμός της, με το φόβο, το παιδί μέσα της να μην πάψει ποτέ να ονειρεύεται και να ελπίζει.
Άρχισε να ξημερώνει.
Θάμπωσαν οι λύχνοι του ουρανού, τα δακρυστάλαχτα κεριά της εβένινης νύχτας.
Ο ηλιάτορας ξεπόρτισε στη λυκαύγεια της ημέρας και το λιόφως κομμάτιασε το σκοτάδι.
Η Νεφέλη στάθηκε στο περβάζι του παραθύρου κι ευχήθηκε μέσα της, οι προσμονές των ονείρων της να είναι φαεινές αυγές, να κλείσουν οι ρωγμές στην καρδιά της, να λυτρωθεί από το σαράκι που την κατατρώει, από τον άπονο μαρασμό.
Σκηνή Θεάτρου όλη της η ζωή!
Ένα δυσεπίλυτο παιγνίδι!
Που είναι ο ανθός της καρδιάς της, να τον μυρίσει σαν εωθινή ανάσα!
Να πετάξει τον ανθό της αγάπης στο φως!
Ανοχύρωτη η καρδιά στο κύμα της χίμαιρας.
Ένα χαμόγελο πικρό σκάει στα χείλη της και το λακκάκι στο μάγουλο της βαθαίνει, σκεπτόμενη πως σε επαναληπτικό αγώνα θα πάρει την παρτίδα.
Η ζωή δε θα τη γελάσει ξανά!
Ποθεί τόσο πολύ την αγάπη!
Θέλει περισσότερο χρόνο, φοβούμενη το Θάνατο!
Ρίχνει μια κλεφτή ματιά στους τοίχους του δωματίου της που την κλείνουν ασφυκτικά.
Οι τοίχοι σαν τους ανθρώπους, σκέφτεται!
Σκληροί και αδιαπέραστοι, με σκονισμένες μνήμες που ρουφούν από το χρόνο!
Γυρίζει τη ματιά της στο παραθύρι.
Χινόπωρο, σκέφτεται σαν την καρδιά της!
Όλα σε πτώση!
Μίσεψαν και τα μελωδικά χελιδόνια σε αλαργινούς τόπους.
Τα χάζευε στα σύρματα και της κρατούσαν συντροφιά.
Τώρα τα ηλεκτροφόρα πεντάγραμμα του δρόμου, άδειασαν.
Βούλιαξε στην πολυθρόνα το πληθωρικό κορμί της.
Κοιτάζει τα χέρια της. Πάντα σαν πουλιά τα ένιωθε, έτοιμα να πετάξουν την καρδιά της στην αγκαλιά που λαχταρούσε.
Ποτέ όμως δεν βρήκε την αγκαλιά που ποθούσε.
Η καρδιά της αέλια, ζεστή και παιδική.
Πάντα είχε μπόι στην ψυχή, απόθεμα δύναμης.
Η καρδιά δε γερνά, σκέφτεται και η ψυχή διψά για την Αγάπη!
Σιγομουρμουρίζει ένα στιχάκι που έπλεξε και το αφιερώνει στον Έκτορα.
«Και η αγάπη η ρημαδοπλανεύτρα
που αποδείχτηκε μεγάλη ψεύτρα»
Πικραλίδα η αγάπη του.Νυχτοπεταλούδα που κάηκε στο φως η ψυχαρούδα.
Τον φέρνει στη μνήμη της και σκοτεινιάζουν όλα γύρω της.
Νιώθει το τσίμπημα του πόνου στην καρδιά κι αυτός ο κόμπος στο λαιμό που δε συγκρατεί το δάκρυ.
Τι ταπείνωση, τι εξευτελισμό έζησε με τις πράξεις του!
Λόγια, λόγια, λόγια και κορυφαίο άδειασμα!
Στεγνή εκτέλεση, πλουμισμένη σε σελοφάν ζαχαροπλαστείου!
Σιγομουρμουρίζει ξανά ένα στιχάκι της στιγμής:
Αχ! Καρδιά!
«Γίνε σκληρή και δυνατή σαν πέτρα
και λύσε την μπαρούμα από τη δέστρα».
Ρίχνει μια πεταχτή ματιά στα βιβλία της και στα γραπτά της.
Πάντα χάνεται στη γραμματολογία των λέξεων, στη μαγεία της λογοτεχνίας.
Στις φωλιές της όπου κρύβεται ο δικός της μυστικός, μαγικός κόσμος.
Παίρνει βαθιά ανάσα, αρπάζει την πέννα της και γράφει τα συναισθήματα της.
Το ποίημα της θα το βαπτίσει: Η ανέχεια.
Η ΑΝΕΧΕΙΑ
Οι σφαίρες…
σφηνωμένες στην καρδιά.
Οι στίχοι…
της απουσίας σου γλυκόπικροι.
Ματώνει
άσαρκη η παρουσία σου,
στις σκονισμένες αναμνήσεις.
Στις σελίδες του βιβλίου
λησμονημένα,
αμάραντα τα ροδάνθια,
ερμητικά κλειστά.
Και η θύμηση σου…
σαν εκκρεμές
βολιδοσκοπεί,
σπαστικά, ακράτητα,
την ανέχεια
μιας προδομένης αγάπης!
Και η Νεφέλη κλείνει
το τετράδιο και λυτρωτικά:
Πατάει σκανδάλη
στα κάλπικα όνειρα..
στην πλάνη…
στην αποπλάνηση…
στην ταπείνωση…
στον εξευτελισμό..
στην παρωδία…
コメント