top of page

Η αγάπη ανθίζει εκεί που θέλει...

Το βροχερό απόγευμα δεν έδινε ελπίδες για μια ηλιόλουστη επόμενη ημέρα.

Η στιγμή που η βροχή δυνάμωνε κι’ έγινε καταιγίδα, ήταν η πλέον ακατάλληλη. Ακριβώς πίσω από το κουρτινάκι του παραθύρου, η Αμέλια παρακολουθούσε το κτήμα να νεριάζει, να μετατρέπεται από μια υγρή επιφάνεια σε μια λασπώδη αβαθή λίμνη.

Κι όλο δυνάμωνε η βροχή. Ο αέρας, πήρε τα ηνία και δυνάμωσε κι αυτός. Το σπιτάκι του κήπου είχε μια υποτυπώδη τσίγκινη επιφάνεια για σκεπή. Ο ήχος του ανέμου και της δυνατής μπόρας, έμοιαζαν σα χτυπήματα πάνω σε τύμπανο με ταχύτητα καρδιάς που «πάει να σπάσει». Κι εδώ που τα λέμε, η καρδιά της Αμέλια, ήταν από καιρό έτοιμη να σπάσει για τον Αντόνιο, τον επιστάτη του κτήματος. Παρότι ήταν ένας απλός επιστάτης, με ότι συνεπάγεται αυτή η ιδιότητα, έμοιαζε να κρύβει μέσα του, έναν άλλο άνθρωπο. Έναν ευγενή και ίσως γόνο εύπορης οικογένειας που ξέπεσε οικονομικά. Ο τρόπος συμπεριφοράς του, η ευγένεια και η συνέπεια είχαν εντυπωσιάσει τη νεαρή κυρία. Στο μυαλό της τριγυρνούσε διαρκώς η σκέψη της επιθυμίας και ίσως δυναμώνοντας όπως η βροχή , της αγάπης.

Ο ίδιος, προσηλωμένος στα καθήκοντά του, δεν είχε χρόνο για έρωτες κι αγάπες. Έτσι, δεν περνούσε απ’ το μυαλό του κάποια ιδέα για την κρυφή επιθυμία της Αμέλια.

Μα τώρα, έβρεχε πολύ δυνατά. Πώς να είναι η κατάσταση στο σπιτάκι του κήπου, αναρωτιόταν η ίδια. Πως να είναι με την υγρασία, τη φασαρία της βροχής και του αέρα, την κακοκαιρία;

Δεν κρατήθηκε. Φόρεσε ένα χοντρό πανωφόρι, τις μπότες ιππασίας, πήρε μια μεγάλη ομπρέλα και βγήκε τρέχοντας προς το σπιτάκι. Η λάσπη τη δυσκόλευε να κινηθεί και λίγο πριν φτάσει, ουσιαστικά κόλλησε στο έδαφος. Η αγωνία της μεγάλωνε , όσο δε μπορούσε να κινηθεί. Έβγαλε μια κραυγή απόγνωσης και φώναξε δυνατά: Αντόνιο, βοήθεια.

Η πόρτα του μικρού σπιτιού άνοιξε, ο επιστάτης ξεχύθηκε μέσα στη μπόρα για να βοηθήσει. Η Αμέλια, πάνω στην αγωνία της, έβλεπε έναν ήρωα, έναν προστάτη άγγελο να πλησιάζει. Την έφτασε και αρπάζοντάς την και την μετέφερε στο μικρό σπιτάκι του κήπου. Ήταν και οι δύο πολύ βρεγμένοι. Όμως, αυτή η επαφή της Αγάπης, στέγνωνε τη βροχή, ανάτελλε τον ήλιο του Έρωτα και θέριευε την επιθυμία.

Δεν ήταν το όμορφο και επιβλητικό σπίτι της νεαρής κυρίας. Δεν είχε τη θέρμανση και τα έπιπλα του μεγάλου σπιτιού. Δεν ήταν ο ιδανικός τόπος για την πρώτη συνάντηση.

Όμως, η Αγάπη ανθίζει όπου κι’ όταν θέλει αυτή!

Κ.Γ.Καραμπερόπουλος 2025


Commentaires


bottom of page