Η έξοδος στο φως...
- ΣΤΕΛΛΑ ΣΩΤΗΡΚΟΥ
- Apr 9
- 2 min read

Ανέτειλε ο Θεός τη μέρα κι εκείνη έψαχνε να κρυφτεί απ’ το φως. Κατέβαζε στόρια , χαμήλωνε τον ήχο της τηλεόρασης, κοίταζε έξω απ’ το παράθυρο τρομοκρατημένη.
Όποτε χτυπούσε το κινητό, τιναζόταν πάνω με αγωνία , μέχρι να δει ποιος την καλούσε.
Τα άγνωστα νούμερα έμεναν αναπάντητα.
Μόνο οι φίλοι κι η οικογένεια γνώριζαν τον αριθμό της. ‘’Λες; Λες να με βρει σήμερα; Να ‘ναι αυτή η μέρα που θα τον αντικρίσω μπροστά μου και θα με στοιχειώσει πάλι ο φόβος;’’ Αναρωτιόταν.
Η υπόλοιπη μέρα κυλούσε με παρόμοιο ρυθμό.
Το μεσημέρι, πριν φύγει στη δουλειά,επιστράτευε ότι ρούχο υπήρχε με κουκούλα, όπως και γυαλιά ηλίου.
Τώρα πια βόλευε κι η μάσκα μιας χρήσεως.
Στην βάρδια της κόσμος πήγαινε κι ερχόταν, αλλά εκείνη είχε συνήθως το κεφάλι χαμηλωμένο και το βλέμμα πλάγια μην τυχόν κι αναγνωρίσει τη μορφή του στο πλήθος.
Το βράδυ όταν γύριζε , στεκόταν από μακριά για λίγο, να παρατηρήσει την είσοδο της πολυκατοικίας που έμενε μην τυχόν και παραμόνευε εκεί στα σκοτάδια.
Έπειτα κλεινόταν στο διαμέρισμά της, αφού έλεγχε σιωπηλά τα λίγα τετραγωνικά.
Απρίλης ήταν όταν τον γνώρισε,τότε που η φύση λουλούδιαζε μαζί κι η στερημένη της καρδιά.
Της γλυκομίλησε, της ανοίχτηκε και μετά από κάποιες όμορφες εξόδους, του παραδόθηκε αμαχητί.
Ονειρικοί οι πρώτοι μήνες.

Μετά κάτι άλλαξε ούτε καν θυμάται την αφορμή, άρχισε ν’ ασχολείται με τη σιλουέτα της. ‘’Πόσα κιλά έβαλες; Πώς έγινες έτσι;’’ Ακολουθούσαν και διάφορα κοσμητικά επίθετα. Σοκαρίστηκε, αλλά δεν αντέδρασε. Προσπάθησε να χάσει βάρος για να τον ικανοποιήσει.
Ακολούθησε όμως το παραλήρημα του πόσο άχρηστη είναι και στη δουλειά της και στο φαί που μαγειρεύει, γενικά στα πάντα.
Εκεί κοντοστάθηκε, αλλά έδωσε τόπο στην οργή μιας και φτερούγιζε ακόμη το φυλλοκάρδι της κάθε φορά που τον συναντούσε.
Όταν ήλθε το πρώτο χαστούκι και μάλιστα διπλό για να’ ναι ‘’ολοκληρωμένο’’, μάζεψε τα πράγματά της κι έφυγε βιαστικά.
Θυμήθηκε τη μάνα της που καλυπτόταν με βαρύ μακιγιάζ, προσπαθώντας να κρύψει τα σημάδια της βίας απ’ τον πατέρα της, που ξεσπούσε πάνω της.
Κάθε φορά που τη ρωτούσε μικρό παιδί όπως ήταν ,‘’τι έπαθες μαμά;’’ Έπαιρνε την ίδια απάντηση ‘’γλίστρησα κι έπεσα , ψυχή μου!
Θα περάσει όμως!’’. Αυτές οι αναμνήσεις ήταν μέσα της σαν χαραγμένες με καρφιά.
Δεν τον είδε, δεν τον χαιρέτησε. Άλλαξε δουλειά , άλλαξε πόλη.
Ο φόβος όμως παραμόνευε, μέρα νύχτα στο νου της.
Αφηρημένη στη δουλειά κι έχοντας την τηλεόραση ανοιχτή συνεχώς, μια είδηση την τάραξε και έστρεψε την προσοχή της στα λεγόμενα της δημοσιογράφου.
‘’Ο δράστης ήταν γνωστός για το κακοποιητικό του παρελθόν.
Το θύμα είναι σε κρίσιμη κατάσταση. Οι συγγενείς κάνουν έκκληση σε όποιον γνωρίζει οτιδήποτε..’’ Προβλήθηκε η εικόνα του.
‘’Αυτός είναι!’’ Πάγωσε ολόκληρη. Βιαστικά τελείωσε τις υποχρεώσεις της και ξημερώματα κίνησε στο κοντινότερο αστυνομικό τμήμα για να καταθέσει και να πληθύνουν οι καταγγελίες.
‘’Δόξα τω Θεώ, εγώ γλύτωσα, αλλά το τέρας βρήκε άλλο θύμα να κατασπαράξει!’’ μονολογούσε.
Πήγε σπίτι , ο ήλιος είχε ανέβει ήδη ψηλά.
Άνοιξε τα σφαλιστά παράθυρα να λουστεί με το φως του.
‘’Τώρα εσένα θα σε φάει το σκοτάδι , αλήτη!’’
Στέλλα Σωτήρκου
Πρόεδρος ΕΛΒΕ 🌹
Comments